της Φλώρας Νικολιδάκη

Η λέξη «οργανική», έχει την έννοια μιας σχέσης ποιότητας, με το σύνολο, και δηλώνει ταυτοχρόνως τη σχέση συνόλου- υποσυνόλου. Η λέξη «πλειοψηφία», δηλώνει μέτρο ποσότητας.

Εννοιολογικά η φράση : «οργανική πλειοψηφία», τίθεται σε κάποιους περιορισμούς. Ένας περιορισμός είναι, ότι ανήκει σε ένα σύνολο. Δεύτερος περιορισμός είναι ότι έχει σχέση και ποιοτική και ποσοτική ως υποσύνολο με το σύνολο.

Η πολιτική, όπως όλα,  εξελίσσεται και δημιουργεί καινούργιες έννοιες, περιγράφοντας νέο-εμφανιζόμενες καταστάσεις.

Έτσι εδώ και μερικούς μήνες, συναντάμε τον όρο: «οργανική πλειοψηφία», στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, για να δηλωθεί μια εσωκομματική συμμαχία, προσώπων και πολιτικών θέσεων, χωρίς να θεωρείται απαραίτητη η ιδεολογικοπολιτική προετοιμασία της.

Δηλ. κάτι σαν κεραυνοβόλος έρωτας. Ακούμε καμιά φορά:

Ερωτεύθηκαν με την πρώτη ή δεύτερη ματιά, και παντρεύτηκαν σε 2 μήνες! Είναι οι περίπτωση που ενθουσιασμένοι είναι μόνο οι νεόνυμφοι. Ο περίγυρος, έχει έναν ανομολόγητο προβληματισμό, μήπως πάνε χαμένα τα δώρα. Μη σας πω ότι υπάρχει επίδραση και στην ποιότητα των δώρων.

Αυτά όμως συμβαίνουν στα λεξικά. Ας επιστρέψουμε στην πολιτική, στην οποία συμβαίνουν όλα:

Ένα ερώτημα λοιπόν για το πεδίο της πολιτικής είναι, αν μια «οργανική πλειοψηφία», μπορεί να είναι μια συγκεκριμένη «πράξη», σε μια συγκεκριμένη πολιτική «στιγμή». Και κατά ακολουθία, αν μια τέτοια «στιγμή», μπορεί να είναι οι εσωκομματικές εκλογές και τα συνέδρια.

Στην πράξη το ερώτημα έχει απαντηθεί θετικά. Έχουμε δει λοιπόν να συγκροτούνται συμμαχίες, με σκοπό τη «νίκη», είτε πρόκειται για κάποια επίκαιρη πολιτική θέση, ή για εκλογή προσώπων.

Αν τώρα προσπαθήσουμε να φανταστούμε, ένα κόμμα στο οποίο αυτή η λειτουργία, της οργανικής πλειοψηφίας, ή δυνάμει πλειοψηφίας, αρμόζει, ως φυσική, λογική και αναμενόμενη, δύσκολα σκέφτεσαι ένα κόμμα της αριστεράς, με σφραγίδα την ανυποχώρητη πάλη για τα συμφέροντα των εργαζομένων. Και το λέω από τη σκοπιά της πολιτικής ηθικής, αλλά και της αποτελεσματικότητας για τον κοινό σκοπό.

Μια αποτελεσματικότητα που την έχουμε ανάγκη, γιατί είμαστε απλοί άνθρωποι που χρειάστηκε να σπάσουμε ένα πραγματικό φαύλο κύκλο, για να γίνουμε μέλη αριστερού κόμματος που δρα στον καπιταλισμό.

Θα είχε ενδιαφέρον η συζήτηση αυτή με ένα/μια οπαδό της άποψης, για την ύπαρξη διακριτών -και εκλογικά- παρατάξεων, μέσα στο κόμμα. Θα είχε ενδιαφέρον να σκεφτούμε αν υπάρχει κάποια αντίφαση, ανάμεσα στην ύπαρξη μιας τάσης για ένα ιδεολογικό ζήτημα, όπως το κοινωνικό σύστημα της πατριαρχίας και τις συμφύσεις του με τον καπιταλισμό, και τα αρχικά στάδια του σοσιαλισμού, με τη συμμετοχή της τάσης αυτής, στη συγκρότηση μιας οργανικής πλειοψηφίας, για την κατάκτηση θέσεων σε όργανα, χωρίς καν να τίθενται τα ζητήματα ύπαρξης της τάσης. Λέω ότι αυτό δεν μπορεί να συμβεί σε αριστερό κόμμα.

Τι θα ήθελα να συμβαίνει? Θα ήθελα να μπορώ να δουλεύω για να γίνει κτήμα όλου του κόμματος η άποψή μου για την πατριαρχία, να μπορώ να ψηφίζω για τα όργανα συντρόφους και συντρόφισσες, που εκτός των ικανοτήτων τους θα ήταν και πιο κοντά στη δική μου ιδεολογική κατεύθυνση. Θα ήθελα επίσης, κάθε φορά να μπορώ να συμφωνώ και να διαφωνώ χωρίς να με απασχολεί η ταυτότητα της πρότασης. Να έχω τα αυτιά μου και το μυαλό μου ανοιχτά, να βιώνω την ελευθερία σκέψης και επικοινωνίας, που στερούμαι στην καθημερινή μου ζωή, υπάρχοντας σε ένα σύστημα εχθρικό για μένα.

Θα ήθελα επίσης, όταν συμφωνώ ή διαφωνώ με μια ιδέα, αυτό να μη με χαρακτηρίζει και για την επομένη ιδέα που θα ακουστεί. Θα ήθελα κανείς και καμιά, να μην με «κατατάξει», από μια φράση, μια πρόταση ή μια ψηφοφορία.

Θέλω την πνευματική μου αυτοδιάθεση, μέσα σ’ ένα σύνολο ανθρώπων, που επέλεξα να αγωνιστώ μαζί τους, σαν ίση προς ίσους.

Δεν μπορώ να κατανοήσω διαφορετικά τη λειτουργία μου σαν μέλος  ενός κόμματος της αριστεράς. Αντιθέτως, αν ήμουν μέλος ενός κόμματος του συστήματος, με σκοπό δηλ. την συνέχεια της ύπαρξης του καπιταλισμού, τότε θα κατανοούσα ότι μοναδικός τρόπος είναι η «κομματική διαχείριση», δηλ. η ομαδοποίηση πάνω σε εφευρισκόμενα επίδικα.

Η «οργανική πλειοψηφία», είναι ανδροκρατική σύλληψη, γιατί υπακούει στη λογική «χτυπάω και φεύγω», λογική που καθόλου δεν μπορεί να εκφράσει την αντίληψη του γυναικείου φύλου για βάθος, υπομονή και αποτέλεσμα,  με το συναισθηματικό υπόβαθρο σε πρώτο πλάνο.