της Σόνιας Μητραλιά*

Γνωρίζαμε ήδη ότι η βία κατά των γυναικών χρησιμοποιείται συχνά σαν όπλο πολέμου, με στόχο να τις τιμωρήσει, να τις ταπεινώσει και να τις κάνει να μην είναι πια ανθρώπινα όντα. Κυρίως όμως, στοχεύει να  καταστείλει και να συντρίψει με κάθε δυνατό μέσο τη συλλογικότητα στην οποία αυτές ανήκουν. Στις ένοπλες συρράξεις, αυτή η βία θεωρήθηκε  περισσότερο μια εξουσιαστική κίνηση παρά ένα εργαλείο καταστροφής. Γνωρίζουμε επίσης ότι σε περιόδους ειρήνης, η βία κατά των γυναικών  θεωρείται κυρίως αποτέλεσμα ατομικών πράξεων βίαιων ανδρών, και όχι «στρατηγικό» όπλα συντριβής του αντιπάλου.

Τι θα λέγαμε όμως αν στη κατάσταση  της παροξυντικής κρίσης που συγκλονίζει την Ελλάδα, γινόμαστε μάρτυρες της μετατροπής της βίας κατά των γυναικών σε όπλο στα χέρια των ισχυρών;

Πράγματι, τον τελευταίο καιρό, πολλαπλασιάζονται τα περιστατικά τέτοιας βίας στην Ελλάδα. Και ιδού τέσσερις ιδιαίτερα εμβληματικές εκδηλώσεις  της:

Η πρώτη, που είναι και η πιο πρόσφατη, σημειώθηκε στις αρχές Νοεμβρίου 2013 μπροστά στις κάμερες, σχεδόν σε ζωντανή μετάδοση, όταν οι ειδικές δυνάμεις της ελληνικής αστυνομίας (ΜΑΤ) που ήθελαν να εμποδίσουν δυο βουλευτίνες να μπουν στο κτίριο της ελληνικής Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης (ΕΡΤ) που μόλις είχε καταληφθεί από τις αστυνομικές δυνάμεις, τις έσπρωξαν πάνω στα κάγκελα της εισόδου.  Οι δυο βουλευτίνες της αντιπολίτευσης Ζωή Κωνσταντοπούλου του Σύριζα και Ραχήλ Μακρή του κόμματος των «Ανεξάρτητων Ελλήνων»  κακοποιήθηκαν. Ειδικά η Κα Ζωή Κωνσταντοπούλου που σφηνώθηκε ηθελημένα στα κάγκελα και κινδύνεψε να πεθάνει, ασκεί τώρα δίωξη κατά των υπευθύνων κατηγορώντας τους ότι επιχείρησαν να την δολοφονήσουν! Και όλα αυτά, επειδή οι δυο βουλευτίνες θέλησαν απλούστατα να ασκήσουν  το συνταγματικό τους δικαίωμα να μπουν στη Δημόσια Ραδιοτηλεόραση για να εμποδίσουν την οποιαδήποτε αστυνομική σκηνοθεσία (καταστροφή υλικού, κλπ) που θα είχε για στόχο να συκοφαντήσει τον αγώνα των εργαζομένων.

Η συνέχεια αυτής της υπόθεσης είναι πολύ εύγλωττη και τείνει να επιβεβαιώσει τα λόγια μας. Από την επόμενη κιόλας μέρα, η μεγάλη φιλοκυβερνητική εφημερίδα  ΤΑ ΝΕΑ εξαπέλυε μια βίαιη υπερ-σεξιστική εκστρατεία κατά των δυο βουλευτίνων, δημοσιεύοντας στη πρώτη σελίδα της ένα σκίτσο που παρουσίαζε τις δυο βουλευτίνες…ως στριπτιζούδες  που κάνουν επί σκηνής ένα “pole dancing” μπροστά στο σύνηθες ανδρικό κοινό τέτοιων κέντρων (βλέπε το σκίτσο).  Και στη λεζάντα του «σκίτσου» διαβάζαμε την παρακάτω υποτιθέμενη στιχομυθία δυο πελατών: «Δεξιά είναι η Ραχήλ και αριστερά η Ζωή. Κάνουν και κάτι άλλο; Άκουσα ότι κάνουν και μηνύσεις, αλλά καλύτερα να ρωτήσετε τον σερβιτόρο»…

Η δεύτερη προκάλεσε ένα πραγματικό δημόσιο λυντσάρισμα, που προβλήθηκε από τα τηλεοπτικά κανάλια, οροθετικών γυναικών μερικές από τις οποίες εκδίδονταν.  Ενώ βρισκόμασταν σε πλήρη εκλογική εκστρατεία, δυο σοσιαλδημοκράτες υπουργοί διαβόητοι για το ρόλο τους στην άγρια καταστολή των διαδηλώσεων ενάντια στη Τρόικα και στη διάλυση του συστήματος υγείας, είχαν καλέσει το πληθυσμό να καταδίδει ώστε να συλλαμβάνονται εκείνες που, κατά τους υπουργούς, «αποτελούν υγειονομική ωρολογιακή βόμβα», «μολύνουν τη κοινωνία με μολυσματικές ασθένειες» και οδηγούν στο θάνατο από έϊντς  «τους Έλληνες οικογενειάρχες».

Η τρίτη εκδήλωση αυτής της βίας είχε για θύματα δεκάδες γυναίκες –και μερικές φορές επρόκειτο για γιαγιάδες!- της περιοχής των Σκουριών, στη βόρεια Ελλάδα, που αντιτίθενται στη καναδική εταιρία Eldorado  και στο σχέδιο της εξόρυξης του χρυσού της περιοχής. Εδώ και μήνες, οι ειδικές δυνάμεις της αστυνομίας,  κατ’εντολή του υπουργού τους, έχουν βάλει  κατά προτεραιότητα τις γυναίκες των γύρω χωριών στο στόχαστρο μιας άγριας και μαζικής καταστολής που έχει ήδη οδηγήσει στη φυλάκιση πολλές από αυτές και στη δικαστική δίωξη με κακουργηματικές κατηγορίες ακόμα περισσότερες. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτή η χωρίς προηγούμενο κατασταλτική εκστρατεία στο πλαίσιο της επιβολής  ενός είδους κατάστασης ανάγκης σε μια περιοχή που κατοικείται από φιλήσυχους αγρότες θέλει –σύμφωνα με τα λεγόμενα των υπευθύνων της- να είναι παραδειγματική προκειμένου να αποτρέψει τον πολλαπλασιασμό παρόμοιων πράξεων «κοινωνικής ανυπακοής». Και προφανώς, δεν είναι τυχαίο ότι αυτή η «παραδειγματική καταστολή» ασκήθηκε κατά προτεραιότητα ενάντια στις γυναίκες αυτού του τοπικού πληθυσμού, ο οποίος πρέπει πάση θυσία να εξουθενωθεί και να συντριβεί.

Και τέλος, τέταρτη εκδήλωση, το πασίγνωστο θλιβερό επεισόδιο με πρωταγωνιστή τον βουλευτή του νεοναζιστικού κόμματος Κασιδιάρη που χτύπησε  «σε ζωντανή μετάδοση» δυο βουλευτίνες της Αριστεράς  στη διάρκεια μιας εκπομπής κατά τη προεκλογική εκστρατεία της προπερασμένης άνοιξης. Αυτή η πράξη βίας αντί να προκαλέσει την αγανάκτηση και την αποδοκιμασία αντίθετα, προκάλεσε μεγάλο κύμα λαϊκής συμπάθειας  και συνέβαλε στην εκλογική επιτυχία της Χρυσής Αυγής.

Λοιπόν, τι συμβαίνει;

Πιστεύουμε ότι εδώ έχουμε να κάνουμε την εμφάνιση ενός καινούργιου κακού! Αυτή η βία μας θυμίζει τη βία που ασκείται κατά των γυναικών στους εθνοτικούς πολέμους. Ο βιασμός γυναικών από άνδρες της αντίπαλης πλευράς πρέπει συχνά να αναλυθεί όχι ως αποτέλεσμα μιας «ανεξέλεγκτης» ανδρικής επιθυμίας αλλά ως μέρος μιας συγκρουσιακής  και πολεμικής στρατηγικής, στην οποία οι γυναίκες αντιπροσωπεύουν βιολογικά και συμβολικά την υπόσταση του αντιπάλου έθνους.  Το οποίο πρέπει βεβαίως να συντριβεί.  Στη περίπτωσή μας, είναι προφανές ότι δεν έχουμε να κάνουμε με μια εθνικιστική βία με την ευκαιρία μιας εθνοκάθαρσης. Βρισκόμαστε μπροστά σε μια σύγκρουση εντελώς διαφορετικής φύσης, μπροστά σε έναν άλλο πόλεμο, σε ένα πόλεμο κοινωνικό, σε  ένα ταξικό πόλεμο!

Με λίγα λόγια, να ταπεινώνεις τις δυο βουλευτίνες ταυτίζοντάς τις με στριπτιζούδες δεν σημαίνει μόνο ότι το να κάνεις πολιτική είναι πριν από όλα δικαίωμα των ανδρών και όχι των γυναικών. Σημαίνει, πιο χυδαία, ότι ο ρόλος της γυναίκας παραμένει πρωτίστως να είναι μόνιμα διαθέσιμη για να γαμηθεί, να γίνει κτήμα και να εξουσιαστεί από τους άνδρες.

Με την ίδια λογική, το να πετροβολάς τις οροθετικές γυναίκες, να τις ποινικοποιείς, να δαιμονοποιείς  τη σεξουαλικότητά τους, να την παρουσιάζεις σαν «απειλή» για το νόμο και τη τάξη που πρέπει να βασιλεύουν στις κοινωνίες μας, εξομοιώνει αυτή την απειλή με εκείνη που αντιπροσώπευσαν πάντοτε οι «τάξεις» που αυτοί οι κύριοι αποκαλούν εδώ και δυο αιώνες «επικίνδυνες». Ίδια γλώσσα, ίδια δαιμονοποίηση και ίδια καταστολή…

Ωστόσο, το γεγονός ότι χρησιμοποιείς το μισογυνισμό, το μίσος ενάντια στις γυναίκες, τη βία κατά των γυναικών σαν πολεμικό όπλο  δεν θα έπρεπε να εκπλήσσει στο μέτρο που όλες οι πολιτικές των «από πάνω» σε αυτούς τους καιρούς της θριαμβεύουσας Τρόικας στοχεύουν κι αυτές να μας γυρίσουν πίσω στις χειρότερες ώρες του πιο άγριου και πιο βάρβαρου καπιταλισμού του 19ου αιώνα.  Ακριβώς σε μια εποχή στην οποία οι γυναίκες δεν είχαν ουσιαστικά κανένα δικαίωμα…

Το γεγονός λοιπόν ότι γινόμαστε μάρτυρες της εξαπόλυσης μιας πραγματικά ολομέτωπης επίθεσης, ενός αληθινού πολέμου ιστορικών διαστάσεων ενάντια στη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών (στους μισθωτούς, φτωχούς, ανέργους, συνταξιούχους, νέους, «διαφορετικούς» μετανάστες, στις μειονότητες,…) θα έπρεπε να εξηγεί αυτή τη μετατροπή της βίας κατά των γυναικών σε ένα πραγματικό όπλο που η εξουσία και οι κατέχοντες  χρησιμοποιούν μαζικά  και όλο και πιο συχνά. Όπως στη περίπτωση των μαζικών βιασμών που χρησιμεύουν στους εθνοκαθαρτές για να κάμψουν το ηθικό  του λαού που υφίσταται την εθνοκάθαρση προκειμένου να τον υποτάξουν οριστικά, έτσι και η βία κατά των γυναικών που ασκείται σε καιρό κοινωνικού πολέμου από την εξουσία και τους κατέχοντες έχει τώρα τους ίδιους ακριβώς στόχους: να κάμψει το ηθικό και να σπάσει τον κοινωνικό ιστό προκειμένου να υποτάξει όχι μόνο τις γυναίκες –που προφανώς στοχεύονται κατά προτεραιότητα- αλλά όλα τα θύματα, συμπεριλαμβανομένων και των ανδρών, των απάνθρωπων νεοφιλελεύθερων πολιτικών τους.

* Η Σόνια Μητραλιά είναι μέλος των Γυναικών ενάντια στο Χρέος και στα Μέτρα Λιτότητας καθώς και της Διεθνούς CADTM (Επιτροπή για την Ακύρωση του Χρέους του Τρίτου Κόσμου). Το παραπάνω κείμενο μεταφράστηκε από τα γαλλικά.