accocella-elena-ferrantes-new-book

της Ιουλίας Λειβαδίτη

Πριν μερικές εβδομάδες δημοσιεύθηκε η έρευνα του δημοσιογράφου Claudio Gatti στο the New York Review of Books (με ταυτόχρονη αναδημοσίευση σε άλλες τρεις εφημερίδες σε Ιταλία, Γερμανία και Γαλλία) σχετικά με την ταυτότητα της Ιταλίδας συγγραφέα Elena Ferrante. Η Φεράντε γνωρίζει παγκόσμια επιτυχία και κριτική αναγνώριση τα τελευταία χρόνια με τα βιβλία της γνωστά ως «Ναπολιτάνικη Τετραλογία». To πρώτο βιβλίο, Η υπέροχη φίλη μου κυκλοφόρησε το 2011 (πρόσφατα και μεταφράστηκε και στα ελληνικά) και το τελευταίο, The Story of the Lost Child μόλις πέρσι.

Το παγκόσμιο ενδιαφέρον για τη Φεράντε, η οποία έχει δηλώσει επανειλημμένως ότι αυτό το όνομα είναι ένα ψευδώνυμο, ότι επιθυμεί να κρατήσει την ταυτότητα της μυστική και να μιλάει κυρίως μέσα από τα βιβλία της, είχε φτάσει στο ζενίθ του όταν δημοσιεύθηκε η έρευνα που αποκαλύπτει ποια πραγματικά είναι.

Όποιος έχει διαβάσει το άρθρο του Ιταλού δημοσιογράφου όπως δημοσιεύθηκε στα αγγλικά, εκτός από τη βαρεμάρα που θα τον κατακλύσει από την ατέρμονη παράθεση αριθμών και οικονομικών συναλλαγών, δεν μπορεί παρά να απορήσει με την κακεντρέχεια και τη σχεδόν απροκάλυπτη απαξίωση του δημοσιογράφου για το πρόσωπο της Φεράντε.

Το ότι το μεγαλύτερο μέρος του άρθρου αναλώνεται σε οικονομικά στοιχεία, λες και επρόκειτο για την αποκάλυψη των μυστικών εισοδημάτων κάποιου μαφιόζου, είναι αποκαλυπτικό κατά τη γνώμη μου όχι μόνο της κατάφορης παράβασης προσωπικών δεδομένων στην οποία προέβη ο δημοσιογράφος, αλλά αυτής της πολύ ιδιαίτερης αντιπάθειας που προκαλούν οι γυναίκες που έχουν πετύχει χάρη στο ταλέντο τους. Εντάξει, ίσως κάποιες γυναίκες είναι έξυπνες, μπορεί να κάνουν κάποια δευτερεύουσα επιστημονική ανακάλυψη, ίσως και κάποιες έχουν ταλέντο για να φτιάξουν ένα αξιόλογο έργο τέχνης. Αλλά «αριστούργημα»; Το οποίο απέφερε και τρελά λεφτά; Οποίο θράσος. Είναι τόσο εμφανής η εμμονή με τα λεφτά και η ζηλοφθονία του Gatti, που θα ήταν αστεία, αν δεν ήταν τοξική. Ο δημοσιογράφος καταγράφει τα κέρδη της Φεράντε από τις πωλήσεις των βιβλίων της σαν να είναι κατηγορητήριο: λες και τα έκλεψε από κανέναν ή δεν τα δηλώνει την εφορία ή δεν ήταν αναμενόμενο ένα τόσο πετυχημένο διεθνές μπεστ σέλλερ να έχει αποφέρει πολλά λεφτά. Παρακαλώ να μου βρείτε έναν άντρα, από τους πολλούς, πάρα πολλούς υπερ-επιτυχημένους, υπέρ-πλούσιους συγγραφείς, για τον οποίον να έχει διατυπωθεί τέτοιου τύπου δημόσιο κατηγορητήριο για την επιτυχία του.

Πέρα από το κόλλημα με τα λεφτά, ακόμα πιο θλιβερό είναι το κεντρικό επιχείρημα του δημοσιογράφου για το τι του δίνει το δικαίωμα να αποκαλύψει την ταυτότητα της  συγγραφέα: «Ανακοινώνοντας ότι θα πει ψέματα για την ταυτότητα της αν χρειαστεί, η Φεράντε κατά κάποιο τρόπο έχει απωλέσει το δικαίωμα της να εξαφανιστεί πίσω από τα βιβλία της». Συγγνώμη, τι; Αυτό ως επιχείρημα δεν έχει καν λογικό νόημα, δεν υπάρχει καμία απολύτως σύνδεση μεταξύ της υπόθεσης και του συμπεράσματος. Το ένα δεν οδηγεί στο άλλο με καμία λογική εκτός αν… εκτός αν χρησιμοποιήσεις την λογική του «με προκάλεσε, άρα τα θελε» που είναι πάνω-κάτω αυτό που θέλει να πει ο δημοσιογράφος αλλά κάπως πιο συγκαλυμμένα.

Για να διαλυθεί και κάθε αμφιβολία για τον σεξισμό του δημοσιογράφου, διάσπαρτες μέσα στο κείμενο είναι μπηχτές ότι τα βιβλία της Φεράντε τα έγραψε αν όχι εξολοκλήρου, τότε εν μέρει, ο σύζυγος της, γιατί αυτός έζησε στη Νάπολη και όχι αυτή, γιατί αυτός είναι συγγραφέας ενώ αυτή μια ταπεινή μεταφράστρια, γιατί ένας υπολογιστής διέγνωσε μια μεγάλη πιθανότητα τα γραπτά της να είναι του συζύγου-συγγραφέα (και εδώ όσοι έχουν μια ιδέα από τεχνητή νοημοσύνη γελάνε). Αν η Φεράντε ήταν άντρας, η σύντροφός του θα ήταν η πιστή του μούσα και η έμπνευσή του. Άντε να υπέθετε κάποιος ότι του είχε δακτυλογραφήσει κάτι και του μαγείρευε ενώ αυτός βυθιζόταν στο γράψιμο. Τώρα που είναι γυναίκα, ο σύντροφός της είναι τουλάχιστον Πυγμαλίωνας, αν όχι ο ουσιαστικός δημιουργός του έργου της.

Και εδώ βρίσκεται η ουσία του θέματος: ο πατριαρχικός νους (που είναι και αντρικός και γυναικείος) δεν μπορεί να δει τις γυναίκες ως αυθεντικούς δημιουργούς σπουδαίων έργων τέχνης και εξοργίζεται ακόμα περισσότερο όταν αυτές οι γυναίκες διεκδικούν δυναμικά το δικαίωμα να επικοινωνήσουν την τέχνη τους με τον δικό τους τρόπο, μέσω της ανωνυμίας στην προκειμένη περίπτωση.

Η πατριαρχία λειτουργεί έτσι, που ό,τι και να αποκαλυπτόταν για την Φεράντε, θα έβγαινε χαμένη: Αν ήταν όντως από λαϊκή οικογένεια της Νάπολης, θα έλεγαν όλοι ότι το βιβλίο της είναι μια απλή αυτοβιογραφική, ημερολογιακή εξομολόγηση, το μοναδικό είδος γραφής στο οποίο θεωρείται ότι μπορούν να προσφέρουν κάτι οι γυναίκες.

Τώρα που η Φεράντε τελικά δεν είναι από λαϊκή οικογένεια της Νάπολης και είναι κόρη σχετικά ευκατάστατης οικογένειας, που μάλιστα έχει γίνει ακόμα πιο πλούσια από τα βιβλία της;; Ωιμέ!! Τι προδοσία στα αγνά λογοτεχνικά μας αισθήματα!! Ευτυχώς ήταν εδώ ο ηρωικός μας δημοσιογράφος και μας έσωσε από την πλάνη.

Η Φεράντε δεν είναι μόνο μια γυναίκα συγγραφέας, αλλά μια φεμινίστρια συγγραφέας, που γράφει στα βιβλία της με συγκλονιστική ειλικρίνεια για την γυναικεία φιλία, την αντικειμενοποιήση των έφηβων κοριτσιών, τη σεξουαλική αφύπνιση, τον γάμο, τη συζυγική κακοποίηση, τον έρωτα, τον σεξισμό στη δουλειά, τη μητρότητα, τη μοναξιά, την ερωτική απογοήτευση, τι σημαίνει για μια γυναίκα να γερνάει και τόσα άλλα… Για να μη πω για την εξιστόρηση του φεμινιστικού κινήματος του 1960 και 1970 στην Ιταλία. Για να μη πω για την μοναδική φορά που διάβασα να περιγράφεται η γυναικεία φιλία με όλη τη δύναμη και την απίστευτη βαρύτητα που έχει. Για την πρώτη φορά που ειπώθηκε ανοιχτά η αλήθεια, που έχω ζήσει εγώ τουλάχιστον, ότι διαχρονικά, το σημαντικότερο πρόσωπο στη ζωή μου δεν είναι ο εκάστοτε σύντροφός μου, αλλά η καλύτερη μου φίλη.

Όταν κάποιος μου είχε πρωτοπεί ότι το Φεράντε ήταν ψευδώνυμο (δεν είχα ιδέα) και ότι κάποιοι λένε ότι είναι άντρας, η αντίδραση μου ήταν αυθόρμητη: δεν υπάρχει η παραμικρή, ελαχιστότατη περίπτωση να έχει γράψει άντρας αυτά τα βιβλία. Πέραν τούτου, η Φεράντε δεν περιγράφει απλώς με ωμότητα και ακρίβεια γυναικείες εμπειρίες: έχει αναστοχαστεί πάνω σε αυτές και πάνω στον φεμινισμό. Μιλάει για την ανάγκη να εφεύρουμε μια νέα γλώσσα για να μιλήσουμε για εμάς, γιατί η γλώσσα που χρησιμοποιούμε  είναι αντρική και δεν αρκεί. Μιλάει για την ανάγκη να ξαναεφεύρουμε τον εαυτό μας πέρα από το αντρικό βλέμμα. Πόσο τραγικά ειρωνικό (και αναμενόμενο) ότι κάποιος άντρας θα της στερούσε το δικαίωμα να ξαναεφεύρει τον εαυτό της.

Και επειδή η Jeanette Winterson στο σχετικό άρθρο της στη Γκάρντιαν τα λέει πολύ καλύτερα από εμένα:

«Το ξεγύμνωμα και η διαπόμπευση της Έλενας Φεράντε είναι μια βίαιη και χοντροκομμένη πράξη. Δημιουργικά μπορεί να την καταστρέψει (έχει πει ότι δεν μπορεί να γράψει χωρίς την ανωνυμία της), οπότε είναι και μια κακόβουλη πράξη. Δικαίως, ανά τον κόσμο, οι περισσότεροι άνθρωποι φαίνεται να είναι αηδιασμένοι από αυτό που συνέβη.

Υπάρχει ένα δοκίμιο του TS Eliot από το 1919 που ονομάζεται Παράδοση και το ατομικό ταλέντο. Μιλάει για τον εαυτό –και πως η δημιουργική δουλειά είναι ένα είδος απόδρασης από τον εαυτό. Είναι αυτό το Εγώ μη-Εγώ που είναι δύσκολο να εξηγηθεί. Χάνεις τον εαυτό σου, κι όμως είσαι πιο ξεκάθαρα ο εαυτός σου κατά την πράξη της δημιουργίας.

Η Φεράντε διεκδίκησε την ελευθερία του Εγώ μη-Εγώ. Ελπίζω ότι θα δει, εν καιρώ, ότι κανείς δεν μπορεί να της πάρει αυτή την ελευθερία με τη βία, όπως προσπάθησε ο Gatti. Είναι δικαίωμα της να την διεκδικήσει, δικαίωμά της να την κρατήσει. Όποια και να είναι, θα είναι πάντα η Έλενα Φεράντε.»