των Esra Dogan και Άννα Σιγαλού

Μιλάμε πολύ τελευταία για βία. Μιλάμε για τους ξυλοδαρμούς, για τους βιασμούς και για τους φόνους. Μιλάμε για άντρες που χτύπησαν, άφησαν σημάδια και μιλάμε για γυναίκες που μάτωσαν, που κατέληξαν στο νοσοκομείο, που πέθαναν.

Καμιά φορά μιλάμε και για γυναίκες που χτύπησαν και σκότωσαν άντρες. Η διαφορά είναι ότι όταν μιλάμε γι αυτές, στις περισσότερες περιπτώσεις μιλάμε αλλιώς: τις υποστηρίζουμε, χαιρόμαστε και εμπνεόμαστε από αυτές.

Στην Γαλλία 434.000 άτομα υπέγραψαν πέρυσι υπέρ της αποφυλάκισης της Jacqueline Sauvage, μιας γυναίκας που πυροβόλησε τρεις φορές τον άντρα της το 2012. Χιλιάδες γυναίκες στην Τουρκία ανήγαγαν την Cilem Dogan σε φεμινιστικό σύμβολο τον Ιούλιο του 2015 όταν, αφού συνελήφθη για την δολοφονία τους άντρα της, δήλωσε “πάντα οι γυναίκες θα πεθαίνουν? ας πεθαίνουν κι οι άντρες καμιά φορά”.

Φταίει που είμαστε αιμοδιψείς μίσανδρες φεμινίστριες; Έχουμε δυό μέτρα και δυό σταθμά;

Μπορεί να μοιάζει σαν να χαιρόμαστε για τον θάνατο, στην πραγματικότητα όμως χαιρόμαστε που μια γυναίκα διεκδίκησε τη ζωή της. Γιατί σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, οι γυναίκες αυτές που σκότωσαν, το έκαναν για να ξεφύγουν. Να ξεφύγουν από έναν βίαιο ή καταπιεστικό σύντροφο, να ξεφύγουν από ένα περιβάλλον που τελικά θα σκότωνε αυτές. Γιατί η βία δεν είναι μία, έχει σημασία ποιος την διαπράττει και γιατί. Για εμάς αυτές οι γυναίκες δεν διέπραξαν έγκλημα, αυτοαμύνθηκαν

Τα τελευταία χρόνια η αυτοάμυνα των γυναικών έχει αρχίσει να μπαίνει στην δημόσια συζήτηση, καθώς οι γυναίκες την κάνουν πράξη. Η περίπτωση της Jacqueline στη Γαλλία και στης Cilem στην Τουρκία ξεκίνησαν δημόσιες συζητήσεις για την βαρύτητα της αυτοάμυνας των γυναικών, αναδεικνύοντας ως δικαίωμα των κακοποιημένων γυναικών τον αγώνα για ζωή.

Σε άλλα μέρη του κόσμου η αυτοάμυνα ασκείται ως συλλογική πράξη, καθώς γυναίκες σχηματίζουν ομάδες για να προστατέψουν τους εαυτούς τους απέναντι στην αντρική βία. Στην πόλη του Μεξικό οι “Κόρες της Βίας” (Hijas de Violencia) πυροβολούν με κομφετί τραγουδώντας Punk άντρες που παρενοχλούν γυναίκες στον δρόμο. Στην μεγαλύτερη επαρχία της Ινδίας, την Uttar Pradesh, η Gulabi Gang είναι ένα δίκτυο 400.000 γυναικών που φοράνε ροζ σαρίες και τιμωρούν άντρες που κακοποιούν, βιάζουν, δέρνουν εφόσον η αστυνομία δεν ανταποκριθεί στις καταγγελίες των γυναικών. Στην Rojava οι Κούρδισσες γυναίκες είναι στην πρώτη γραμμή του πολέμου εναντίον του ISIS, που μεταξύ άλλων σκοτώνουν, βιάζουν, βασανίζουν, φυλακίζουν γυναίκες.

Δικαίωμα στα χαρτιά

Η αυτοάμυνα έχει αναγνωριστεί από διεθνείς συμβάσεις καθώς και στον ποινικό κώδικα της Ελλάδας που ορίζει ότι δεν είναι άδικη η πράξη που τελείται σε περίπτωση άμυνας και ο δράστης δεν τιμωρείται. Η άμυνα ορίζεται ως την “αναγκαία προσβολή του επιτιθέμενου, στην οποία προβαίνει κάποιος, για να υπερασπισθεί τον εαυτό του ή άλλον από άδικη και παρούσα επίθεση που στρέφεται εναντίον τους”.

Παρόλο όμως που η αυτοάμυνα υπάρχει στο νομικό πλαίσιο, δεν ασκείται σχεδόν ποτέ από γυναίκες και όταν αυτή ασκείται, η κοινωνία και τα δικαστήρια αρνούνται να αναγνωρίσουν ότι αυτές βίωναν βία και κινδύνευαν πραγματικά, αμφισβητώντας ότι ήταν άμυνα. Αρνούνται δηλαδή να αναγνωρίσουν ότι μια γυναίκα έχει το δικαίωμα να υπερασπιστεί τη ζωή της.

Στα δικαστήρια δημιουργείται πρόβλημα κατά την αποδεικτική διαδικασία γιατί όποτε μια γυναίκα ισχυρίζεται ότι ζούσε σε βία ή σε κακοποιητικό περιβάλλον ή φοβόταν για τη ζωή της, αμφισβητείται ο λόγος της και υποτιμάται ο φόβος της. Έτσι πολύ συχνά, όταν μια γυναίκα σκοτώνει ή τραυματίζει έναν άντρα, αποτυγχάνουν τελικά να αποδεχτούν τα νόμιμα δικαιώματα της στην άμυνα. Από την άλλη πλευρά, τα ίδια δικαστήρια όχι μόνο προσπαθούν να βρουν ελεφρυντηικά για άντρες που χτυπάνε, βιάζουν και σκοτώνουν γυναίκες, αλλά σχεδόν πάντα το περιστατικό υποτιμάται (και βαφτίζεται “έγκλημα πάθους”) και η ευθύνη της επίθεσης μετατοπίζεται στην γυναίκα: τον προκάλεσε, τον απέρριψε. Οπότε ο νόμος δίνει άλλη αξία στην ζωή των γυναικών και στην ζωή των αντρών.

Γιατί την αγνοούμε

Η γυναικεία αυτοάμυνα είναι θεσμοθετημένη αλλά όχι νομιμοποιημένη από την κοινωνία. Το νομικό σύστημα, ως καθρέφτης της κοινωνίας, αρνείται να δει την πραγματική διάσταση της βίας που υφίστανται οι γυναίκες, επειδή η καθημερινή βία κατά των γυναικών είναι πλήρως κανονικοποιημένη, ενώ αντίθετα η αντίσταση των γυναικών σε αυτήν την βία αντιμετωπίζεται ως περιθωριακή.

Η βία (σωματική, ψυχολογική, σεξουαλική) είναι μια συχνή παρουσία στις ζωές μας και ζούμε υπό την διαρκή απειλή της. Σύμφωνα με έρευνα της EU FRA του 2014, 1 στις 3 γυναίκες στην ΕΕ έχει βιώσει σωματική ή/και σεξουαλική βία από τα 15, ενώ 1 στις 20 έχει βιαστεί.

Παρόλα αυτά, επικρατεί μια αντίληψη για την έμφυλη βία, που την τοποθετεί στα ίδια πλαίσια με την βία που μπορούν να βιώσουν και οι άντρες. Βία θεωρούμε πως βιώνει μια γυναίκα άμα τρώει ξύλο, άμα βιαστεί, άμα της επιτεθούν άγνωστοι. Κατ επέκταση, η απάντηση της στην βία μπορεί να είναι αυτοάμυνα μόνο σε τέτοιες περιπτώσεις.

Στην πραγματικότητα η εμπειρία των γυναικών μέσα στην κοινωνία είναι αντιδιαμετρικά αντίθετη από αυτή των αντρών. Ζούμε υπό άλλους όρους, με άλλη αποδοχή (ή μη) από την κοινωνία, με άλλες ευθύνες. Η αξία μας θεωρείται διαφορετική και οι προσωπικές μας σχέσεις διέπονται από την πατριαρχία με τρόπο τέτοιο που τοποθετούμαστε σε αυτές ως υποδεέστερες. Η βία που βιώνουμε, πέρα από σωματική, είναι και ψυχολογική, κοινωνική, θεσμική και δεν αποτελεί μεμονωμένα γεγονότα μέσα στην ζωή μας, αλλά αναπόσπαστο κομμάτι της.

Εφόσον δεν αναγνωρίζεται η ιδιαίτερη εμπειρία των γυναικών στην πατριαρχία, δεν μας δίνεται διέξοδος από αυτήν. Σε μια κοινωνία κι ένα κράτος που γυρνάει διαρκώς την πλάτη σε αυτή, οι γυναίκες που χρησιμοποιούν βία δεν το κάνουν γιατί είναι τρελές, το κάνουν γιατί δεν έχουν άλλη επιλογή.

Η σημασία του να αμυνόμαστε

Το ότι αποδεχόμαστε την βία ως κάτι φυσιολογικό και αναπόφευκτο σημαίνει και ότι δεν μαθαίνουμε να οχυρωνόμαστε απέναντι σε αυτήν. Καθ όλη τη διάρκεια της ζωής μας μαθαίνουμε να είμαστε υπομονετικές, υποχωρητικές και να συγχωρούμε. Έτσι, οι γυναίκες εκπαιδευόμαστε με τέτοιο τρόπο που καταλήγουμε να φερόμαστε κι εμείς οι ίδιες σαν η βία που δεχόμαστε να είναι αόρατη κι ασήμαντη.

Έτσι μαθαίνουμε να μην αντιδράμε στην αντρική βία. Αυτό φαίνεται χαρακτηριστικά στον τρόπο που αντιμετωπίζουμε τις πιο ήπιες εκφράσεις της βίας, όπως η παρενόχληση στον δρόμο, η σωματική και λεκτική παρενόχληση και κάποιες σεξουαλικές επιθέσεις που δεν θεωρούνται “και τόσο σημαντικές” από την (πατριαρχική) κοινωνία. Πόσες από εμάς διδαχτήκαμε να αντιμετωπίζουμε τον άντρα που φωνάζει “κοίτα τον κώλο της” καθώς περνάμε από μπροστά του; πόσες από εμάς ενθαρρυνόμαστε να σπρώξουμε μακρυά μας τον άντρα που κολλάει πάνω μας στο μετρό; πόσες από εμάς παροτρυνθήκαμε να χτυπήσουμε τον συμμαθητή που “για πλάκα” σήκωσε τη φούστα μας στο σχολείο; πόσες από εμάς απαντήσαμε στους δασκάλους και τους συμμαθητές που μας μείωσαν επειδή είμαστε γυναίκες; και τέλος, πόσες από εμάς καταγγείλαμε την σεξουαλική παρενόχληση που συνέβει στη δουλειά μας και στο κοινωνικό μας περιβάλλον, ή έστω μιλήσαμε γι αυτήν σε τρίτους;

Μαθαίνουμε πως είναι καλύτερο να παραμένουμε σιωπηλές και να μην απαντάμε σε τέτοιες περιπτώσεις ούτε καν λεκτικά, ελπίζοντας ότι η βία θα αποκλιμακωθεί από μόνη της με κάποιον μαγικό τρόπο. Όσες φορές τολμάμε να απαντήσουμε κατηγορούμαστε για κλιμάκωση τη βίας, για έκθεση του εαυτού μας σε κίνδυνο. Σε αυτό το πλαίσιο, όπου η βία που δεχόμαστε ως γυναίκες είναι κανονικοποιημένη, είναι κανονικοποιημένη και η μη-απάντηση σε αυτήν. Ταυτόχρονα η αυτοάμυνα αντιμετωπίζεται σαν ένα περιθωριακό εργαλείο, το οποίο ως γυναίκες πρέπει να αποφεύγουμε όσο μπορούμε.

Το επιχείρημα υπέρ της νομιμοποίησης της αυτοάμυνας των γυναικών βασίζεται στο γεγονός ότι οι γυναίκες δεν είμαστε αντικείμενα αλλά υποκείμενα, άρα αρνούμαστε να είμαστε παθητικές σε άβολες και βίαιες καταστάσεις. Πράγματι, η αυτοάμυνα συμβάλει στην εικόνα των γυναικών ως ελεύθερες και αυτός ακριβός είναι ο λόγος που η πατριαρχική κοινωνία απορρίπτει αυτές που αντιστέκονται στην καταπίεση και την βία.

Είναι τρομερά δύσκολο να αναγνωρίσεις ότι δέχεσαι βία και κυρίως να αντιδράσεις σε αυτήν. Δεν μπορούμε όμως να αγνοήσουμε ότι η αυτοάμυνα έχει τεράστια σημασία για την αποφυγή της έμφυλης βίας και των γυναικοκτονιών. Όσο περισσότερο νομιμοποιείται κοινωνικά η γυναικεία αυτοάμυνα και αναγνωρίζεται ως ένα αυτονόητο δικαίωμα στη ζωή, τόσο θα ενθαρρύνονται γυναίκες να ορθώσουν το ανάστημα τους απέναντι σε επιθέσεις που δέχονται οι ίδιες, αλλά και στο να παρεμβαίνουν σε καταστάσεις όπου στοχοποιούνται και κινδυνεύουν άλλες γυναίκες. Επίσης η νομιμοποίηση της αυτοάμυνας θα συμβάλει αναμφισβήτητα και στην αύξηση των καταγγελιών επιθέσεων έμφυλης βίας, καθώς το στίγμα θα μετατοπίζεται από την γυναίκα που κακοποιείται στον άντρα που κακοποιεί. Διαδίδοντας την αυτοάμυνα ως κοινωνική πρακτική, οι άντρες θα νιώθουν μικρότερη νομιμοποίηση στο να χρησιμοποιούν βία για να ελέγξουν, τιμωρήσουν, εκδικηθούν και οι γυναίκες θα νιώθουν μεγαλύτερη νομιμοποίηση στους αγώνες τους (ατομικούς και συλλογικούς) απέναντι σε αυτήν την βία.

Τίνος είναι η ευθύνη;

Η βία είναι τόσο εδραιωμένη στην κοινωνία που το να συμβαίνει είναι η φυσική τάξη των πραγμάτων. Το να αμύνεσαι και να αντιστέκεσαι συχνά σημαίνει να στέκεσαι μόνη σου απέναντι στον καταπιεστή σου, στην κοινωνία που τον συγκαλύπτει ή τον παραβλέπει και στο κράτος που δεν σου παρέχει προστασία ή διέξοδο.

Το νομικό σύστημα αποφαίνεται με κάθε ευκαιρία ότι οι γυναίκες φέρουμε την ευθύνη της κακοποίησης μας είτε γιατί την προκαλέσαμε είτε γιατί δεν προσπαθήσαμε αρκετά να την αποτρέψουμε. “Γιατί δεν έκλεισες τα πόδια σου”, “γιατί του μίλαγες”, “γιατί ήπιες τόσο”, “γιατί δεν πήγες στην αστυνομία” είναι φράσεις που έχουν απευθυνθεί σε γυναίκες -θύματα βίας σε δικαστήρια, όπου δικάζονταν άντρες για βιασμούς και ξυλοδαρμούς.

Η αυτοάμυνα, από εργαλείο μοιάζει να χρησιμοποιείται σαν όπλο εναντίων μας.

Εμείς όμως μιλώντας για αυτοάμυνα μιλάμε για αντίσταση, και θέλουμε να καταστήσουμε σαφές ότι αυτή η αντίσταση είναι δικαίωμα και όχι υποχρέωση. Δικαίωμα απέναντι σε μια καθημερινότητα που μας πληγώνει, αλλά όχι υποχρέωση απέναντι σε μια κοινωνία που αγνοεί τις φωνές μας και σε ένα δικαστικό σύστημα που δεν μας δικαιώνει σχεδόν ποτέ. Η άμυνα δεν είναι νομική υποχρέωση, η απουσία της δεν είναι κατηγορητήριο. Το αν θα καταφέρουμε ή όχι να αντιταχθούμε στην βία που δεχόμαστε είναι ένα στοίχημα, όχι όμως κάτι που μπορεί να στραφεί εναντίων μας.

Ως φεμινίστριες όμως θεωρούμε αυτήν την αντίσταση αναγκαία. Την οφείλουμε στις γυναίκες που ματώνουν και καταπιέζονται, στις γυναίκες που κινδύνεψαν και στις γυναίκες που θα κινδυνέψουν στο μέλλον. Όσο δεν είναι ατομική μας ευθύνη να σταθούμε μόνες απέναντι σε ένα ολόκληρο σύστημα και τους μηχανισμούς του, τόσο είναι συλλογική μας ευθύνη το να συσπειρωθούμε για να αμφισβητήσουμε τς δομές εξουσίας και τους ρόλους που μας επιβάλει η πατριαρχία.

Κάθε φορά που μια γυναίκα αμύνεται στέλνει ένα μήνυμα στην κοινωνία: ότι η ζωή της έχει την ίδια αξία με του άντρα. Ας αρχίσουμε να στέλνουμε αυτό το μήνυμα.

 

Διαβάστε ακόμα:

Sexharassmap: η σημασία καταγραφής της σεξουαλικής βίας

Ποτέ μου δεν έχω νιώσει τόσο μόνη

Τελικά ποιοί βιάζουν;

Αυτό τώρα είναι βιασμός;