της Βαγγελιώς Σουμέλη

Για μία μερίδα κόσμου, είτε πρόκειται για ανθρώπους που κάνουν σινεμά είτε για εκείνους που απλά χαίρονται να βλέπουν κινηματογράφο, η ύπαρξη και μόνο ενός φεστιβάλ γυναικείου σινεμά θεωρείται δευτερεύουσας σημασίας, αν όχι ως μία διακριτική προσέγγιση της 7ης τέχνης. Με τον όρο γυναικείος κινηματογράφος οι περισσότεροι αναφέρονται σε ταινίες που έγιναν από γυναίκες δημιουργούς, ενώ δεν είναι λίγες οι γυναίκες σκηνοθέτριες που απέφυγαν να συνδεθεί το όνομά τους με τον γυναικείο κινηματογράφο, είτε από το φόβο να περιθωριοποιηθούν είτε για να αποφύγουν την ιδεολογική διαμάχη. Παρότι λοιπόν οι γυναίκες διακρίνονται στον χώρο από την εποχή ακόμα του βωβού κινηματογράφου[1], το γυναικείο σινεμά, ως μορφή αντίστασης στο κυρίαρχο μοντέλο κινηματογραφικής έκφρασης, όπως το Hollywood, αναπτύσσεται κυρίως στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και μαζί εμφανίζονται και τα πρώτα φεστιβάλ γυναικείου κινηματογράφου. Σε μία βιομηχανία πολλών εκατομμυρίων στην οποία κυριαρχούν άντρες, πρωταρχικός στόχος αυτών των φεστιβάλ, μικρών και μεγάλων, λιγότερο ή περισότερο γνωστών, είναι να δώσουν ευκαιρίες στις γυναίκες δημιουργούς να προβάλουν το έργο τους και να προωθήσουν μία αυθεντική αναπαράσταση και αντίληψη της γυναικείας υπόστασης.

Στο φεστιβάλ γυναικείου κινηματογράφου «Φιλμόρ – γυναίκες στους τροχούς»[2] βρέθηκα για πρώτη φορά το 2012 από καθαρή σύμπτωση, θα έλεγα. Για την ακρίβεια μπέρδεψα τις ημερομηνίες των φεστιβάλ και, από το μεγάλο κινηματογραφικό γεγονός της Τουρκίας[3], βρέθηκα σε κάτι πιο μικρό και απέριττο, ένα κινηματογραφικό φεστιβάλ φτιαγμένο από γυναίκες για γυναίκες.  Έκτοτε παρακολουθώ το φεστιβάλ κάθε χρόνο.

Αν και μικρή διοργάνωση σε σύγκριση με άλλα φεστιβάλ του είδους, που σε καμία περίπτωση δεν μοιράζεται το κύρος μεγάλων διοργανώσεων όπως το φεστιβάλ της Κρετέιγ[4], είναι ένα σημαντικό κινηματογραφικό δρώμενο και με πολλούς τρόπους αρκετά διαφορετικό.

Το φεστιβάλ Φιλμόρ άνοιξε τις πόρτες του το 2003, την ίδια χρονιά που διοργανώθηκε για πρώτη φορά στην Ιστανμπούλ και η πορεία γυναικών στο πλαίσιο της 8ης του Μάρτη, σηματοδώντας την απαρχή μιας ιστορικής πλέον διαδρομής αντίστασης που εκτείνεται από την κεντρική λεωφόρο Ιστικλάλ και τα γύρω δρομάκια ως τις κινηματογραφικές αίθουσες. Σε μία δύσκολη χρονικά συγκυρία, η οποία σφραγίστηκε από τα αιματηρά γεγονότα στο πάρκο Γκεζί τον Ιούνιο του 2013 και την αύξηση της κρατικής βίας ενάντια στις γυναίκες που αντιστέκονται, οι διοργανώτριες θεωρούν το φετινό φεστιβάλ την πιο δυσοίωνη αλλά και την πιο ελπιδοφόρα στιγμή της διοργάνωσης. Το καλωσόρισμα του φεστιβάλ αναφέρει: 

«Συνεχίζουν να βάζουν χέρι στα δικαιώματα των γυναικών, όπως άλλωστε και στο σώμα τους, ασκώντας βία. Η νοοτροπία που θέλει τη γυναίκα σκλάβα του άντρα και του γάμου, οι καταναγκαστικοί γάμοι, η εκμετάλλευση και οι βιασμοί ανηλίκων, οι δολοφονίες γυναικών συνεχίζονται με τον πιο βίαιο τρόπο. Μέσα από τις πολιτικές καταστολής και βίας, οι γυναίκες υφίστανται ακόμη μεγαλύτερη βία όταν αντιστέκονται. Πίσω από κάθε δολοφονία γυναίκας, υπάρχει μία γυναίκα που τόλμησε να φύγει από ένα βίαιο γάμο, να ζητήσει διαζύγιο με κίνδυνο τη ζωή της, που αντιστάθηκε στον σύζυγο, τον πατέρα, τον μεγαλύτερο αδερφό, τον εραστή. Είναι γυναίκες που ακόμη και αν αποταθούν στην αστυνομία και τη δικαιοσύνη δεν θα τύχουν προστασίας και στήριξης, γυναίκες που το όνομά τους θα το βρούμε στα ασήμαντα των εφημερίδων παρουσιάζοντας το γεγονός με τη γλώσσα του δολοφόνου, σε ύφος επικριτικό για το θύμα. Γυναίκες που αντιστάθηκαν με τίμημα τη ζωή τους και που κανένας δεν θα θυμάται ούτε το όνομά τους ούτε την αντίστασή τους. Εμείς που είμαστε υποχρεωμένες σε κάθε στιγμή της ζωής μας να αντιστεκόμαστε απλά και μόνο επειδή είμαστε γυναίκες, η αντίσταση δεν είναι κάτι καινούργιο. Αντιστεκόμαστε για να ζήσουμε τη ζωή μας όπως τη θέλουμε εμείς, αντιστεκόμαστε για να επιβιώσουμε. Αντιστεκόμαστε. Πότε με το σώμα σας, πότε με τις επιλογές μας, πότε με την πένα μας, πότε με την κάμερά μας».

Όπως κάθε χρόνο το φεστιβάλ στήθηκε στη βάση διαφορετικών θεματικών. Ταινίες που προβάλλουν το μήνυμα της αντίστασης και της ελπίδας συμμετείχαν στην κατηγορία «Γυναικείος Κινηματογράφος», ενώ στην κυρίως θεματική του φετινού φεστιβάλ «Το δικό μου πορτοφόλι. Δική μου δουλειά, δικός μου μισθός, δικός μου προϋπολογισμός», συμμετείχαν ταινίες που πραγματεύονται τον μόχθο της γυναίκας, πληρωμένο ή απλήρωτο, σε μία ανδροκρατούμενη αγορά όπου οι γυναίκες στερούνται ακόμα και τα βασικά δικαιώματα.  Στην κατηγορία «Το Σώμα μας Μας Ανήκει» συμμετείχαν ταινίες που θέλουν να περάσουν ένα ισχυρό μήνυμα για την αυτοδιάθεση του γυναικείου σώματος, ενώ στο πλαίσιο της θεματικής «Σεξουαλικότητες» είδαμε ταινίες που καταρρίπτουν τα στερεότυπα σε σχέση με τη σεξουαλικότητα και την ταυτότητα φύλου, συμπεριλαμβανομένων και έξι ταινιών της Catherine Breillat, μίας εμβληματικής και αμφιλεγόμενης σκηνοθέτριας όχι μόνο του γαλλικού αλλά γενικότερα του σύγχρονου σινεμά.

Στο πλαίσιο της συμπλήρωσης 20 χρόνων από τον θάνατό της, το φετινό φεστιβάλ απέδωσε φόρο τιμής στην Τουρκάλα σκηνοθέτρια Bilge Olgaç (1940-1994), τη γυναίκα με τον μεγαλύτερο αριθμό ταινιών και τη μακροβιότερη πορεία στον χώρο του κινηματογράφου, έναν χώρο ιδιαίτερα εχθρικό για τις γυναίκες της εποχής. Όπως είχε πει και η ίδια σε συνέντευξή της, για να μπορέσει να καθιερωθεί στον χώρο έπρεπε να ξεχάσει και να κάνει και τους άλλους να ξεχάσουν ότι ήταν γυναίκα, γεγονός που την οδήγησε να κάνει «αντρικές ταινίες» όπου οι ήρωες ήταν άντρες.

Πίσω από τη διοργάνωση του φεστιβάλ βρίσκεται η Συνεργατική Γυναικών «Φιλμόρ» στην οποία συμμετέχουν αποκλειστικά γυναίκες που, όπως λένε και οι ίδιες, θέλουν να κάνουν σινεμά, να ονειρευτούν και να δράσουν για τις γυναίκες μαζί με τις γυναίκες. Σε αυτή την προσπάθεια, πρωταρχικός στόχος είναι να αυξηθεί η συμμετοχή των γυναικών στον κινηματογράφο και στα μέσα επικοινωνίας, να αποκτήσουν οι γυναίκες τις ευκαιρίες και τη δύναμη να εκφραστούν μέσα από αυτά  και να προωθηθούν μη σεξιστικές αναπαραστάσεις και εμπειρίες γυναικών. Στην προσπάθεια για μία ζωή χωρίς σεξισμό, βία και διακρίσεις, όχι μόνο στο σινεμά και στα μέσα επικοινωνίας αλλά ευρύτερα στην κοινωνία, η Συνεργατική Γυναικών «Φιλμόρ» συμμετέχει σε κοινές πλατφόρμες και καμπάνιες με άλλες γυναικείες ομάδες, όπως η Φεμινιστική Κολεκτίβα της Ιστανμπούλ, ενώ εκτός από το ομώνυμο φεστιβάλ, οργανώνει ποικίλες δράσεις, όπως εκθέσεις και συζητήσεις, που τρέχουν είτε παράλληλα είτε χωριστά από το φεστιβάλ. Από τις δράσεις αυτές ξεχωρίζει το γυναικείο κινηματογραφικό εργαστήρι, στόχος του οποίου είναι να αποκτήσουν γνώση και εμπειρία στον χώρο του κινηματογράφου γυναίκες που δεν έχουν εύκολη πρόσβαση σε αυτόν. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε διάστημα έξι ετών το γυναικείο κινηματογραφικό εργαστήρι κατάφερε να κάνει οκτώ ταινίες.

Με το μότο «Οι γυναίκες χρειάζονται αλληλεγγύη και ενότητα και όχι ανταγωνισμό», το διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ ξεκίνησε μόλις το 2013, σε μία προσπάθεια να αναδείξει το έργο νέων δημιουργών, ενώ στο πλαίσιο της φετινής διοργάνωσης εγκαινιάστηκε το εργαστήρι «Καλειδοσκόπιο» που θα φιλοξενεί κάθε χρόνο έναν άντρα σκηνοθέτη.

60 ταινίες 50 δημιουργών και τριών κινηματογραφικών εργαστηρίων από 22 χώρες θα ταξίδευαν μέχρι την Κυριακή του Πάσχα, 20 Απριλίου, για πρώτη φορά εκτός Ιστανμπούλ, στις πόλεις: Μερσίνα, Άδανα και Μπόντρουμ.

Για περισσότερες πληροφορίες στην ιστοσελίδα και στο facebook της διοργάνωσης



[1] Για παράδειγμα η Florence Lois Weber (1879-1939) συγκαταλέγεται μεταξύ των σημαντικότερων δημιουργών του βωβού κινηματογράφου.

[2] Κυριολεκτικά, σημαίνει γυναίκες πίσω από την κάμερα.

[3] Uluslararası İstanbul Film Festivali – Το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Κωσταντινούπολης είναι το παλαιότερο φεστιβάλ διεθνούς κινηματογράφου που διοργανώνεται στην Τουρκία. Το πρώτο φεστιβάλ διοργανώθηκε το 1982 και από τότε λαμβάνει χώρα κάθε Απρίλιο, ενώ την ευθύνη της διοργάνωσης έχει το Ίδρυμα της Κωσταντινούπολης για τον Πολιτισμό και τις Τέχνες.

[4] Το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Κρετέιγ – Ταινίες Γυναικών ιδρύθηκε το 1979 και είναι από τις σημαντικότερες κινηματογραφικές συναντήσεις του είδους. Στο φεστιβάλ συμμετέχουν κάθε χρόνο 130 περίπου σκηνοθέτιδες με περισσότερες από 150 ταινίες και το παρακολουθούν περίπου 20.000 θεατές.