της Μέγκαν Μέρφι

Η Κάισα Έκις Έκμαν είναι Σουηδή δημοσιογράφος και συγγραφέας του βιβλίου «Να είσαι και να πωλείσαι: πορνεία, παρένθετη μητρότητα και διχασμένος εαυτός» που μεταφράστηκε πρόσφατα στα γαλλικά και στα αγγλικά. Μίλησα μαζί της στο τηλέφωνο από τη Στοκχόλμη.

Μέγκαν Μέρφι: Τι σας οδήγησε να γράψετε ένα βιβλίο για την πορνεία;

Κάισα Έκις Έκμαν: Δύο πράγματα: η πρακτική και η θεωρία. Προσεγγίζοντας το θέμα από δύο πλευρές είναι πολύ εποικοδομητικό και, στην πραγματικότητα, είναι απαραίτητο εάν πρόκειται να γραφτεί κάτι για την πορνεία. Θα πρέπει να κοιτάξουμε την πραγματικότητα, αλλά θα πρέπει επίσης να έχουμε και τη θεωρία.

Όταν ξεκίνησα να γράφω αυτό το βιβλίο το 2006, η συζήτηση για τη σεξουαλική εργασία μόλις ξεκινούσε εδώ στη Σουηδία. Ο νόμος για τις σεξουαλικές υπηρεσίες τέθηκε σε εφαρμογή το 1999 και τότε η συζήτηση ήταν αρκετά περιορισμένη. Όταν ξεκίνησε η συζήτηση, φαινομενικά από το πουθενά, πήρε αμέσως διαστάσεις και ήταν ένθερμη – ξαφνικά οι άνθρωποι έλεγαν πράγματα όπως: «είναι απλά μια δουλειά, αυτός ο νόμος είναι ηθικολογικός, ο καθένας/ η καθεμιά έχει το δικαίωμα να κάνει ό, τι θέλει», και ούτω καθεξής. Είδα ότι οι φεμινίστριες και άνθρωποι από αριστερά κινήματα τσιμπούσαν σε αυτό και άλλαζαν γνώμη, κάτι που θεώρησα αινιγματικό.

Την ίδια στιγμή ζούσα στη Βαρκελώνη και μοιραζόμουν ένα διαμέρισμα με μια γυναίκα που εκδιδόταν στην εθνική οδό έξω από την πόλη. Έτσι έβλεπα ό,τι συνέβαινε από πρώτο χέρι. Έμενε με έναν φίλο που ήταν κάτι σαν νταβατζής και ο οποίος στην αρχή ισχυρίστηκε ότι ζούσε από ληστείες τραπεζών, αν και διαπίστωσα ότι δεν επρόκειτο περί αυτού, επειδή δεν έβγαινε ποτέ έξω –ήταν πάντα στο σπίτι μπροστά στον υπολογιστή ή την πηγαινοέφερνε στην εθνική οδό. Σύντομα συνειδητοποίησα ότι ζούσε από αυτήν.

Έβλεπα την πραγματικότητα αυτής της ζωής, καθώς και το πώς και άλλες ενδιαφέρονταν για την επιχείρηση γύρω από το σεξ. Οι περισσότερες από αυτές δεν ήταν από την Ευρώπη – η ίδια ήταν Ρωσίδα και υπήρχαν κάποιες γυναίκες από τη Νότια Αμερική. Από νωρίς θα ισχυρίζονταν ότι έβγαζαν πολλά χρήματα, αλλά προφανώς δεν επρόκειτο για κάτι τέτοιο. Ξέρετε, έβγαζαν 10-20 ευρώ τη βραδιά, γύριζαν σπίτι, γίνονταν σκνίπα στο μεθύσι, λιποθυμούσαν και στη συνέχεια θα επαναλάμβαναν το ίδιο πράγμα την επόμενη μέρα.

Η πραγματικότητα της κατάστασης δε συμβάδιζε με ό,τι συζητιόταν γύρω από τη «σεξουαλική εργασία» – ήταν δύο διαφορετικοί κόσμοι. Έτσι άρχισα να γράφω γι’ αυτό.

Έγραψα μερικά άρθρα σχετικά με την πορνεία και η αντίδραση με σόκαρε. Έχω γράψει μια σειρά από άρθρα που λένε, ξέρεις: «Να συντρίψουμε τον καπιταλισμό τώρα» και κανείς δεν μου άσκησε κριτική, αλλά στη συνέχεια, όταν είπα κάτι, όπως, «γνωρίζετε τους νόμους που έχουμε για την πορνεία; Είναι πολύ καλοί», όλοι τρελάθηκαν. Λάμβανα τόσο εχθρικά μέιλ και σκέφτηκα, «αυτό είναι παράξενο. Λες «να συντρίψουμε τον καπιταλισμό» και κανείς δεν νοιάζεται – Θέλω να πω, αυτό θα ήταν ριζοσπαστικό». Το θέμα της πορνείας φάνηκε να προκαλεί πολλούς ανθρώπους. Οπότε αποφάσισα να επικεντρωθώ περισσότερο στην πορνεία και ξεκίνησα την έρευνά μου, κάτι που έκανα για περίπου τέσσερα χρόνια από τότε.

Ποια ήταν η αντίδραση;

Στην αρχή ήμουν λίγο φοβισμένη και σκεφτόμουν «γιατί εγώ; Τι έχουν εναντίον μου; Είμαι καλός άνθρωπος!» Και τότε κατάλαβα ότι ο μόνος τρόπος για το αντιμετωπίσεις αυτό είναι να γράψεις ό,τι θεωρείς αλήθεια. Πολλοί άνθρωποι αντέδρασαν λέγοντας ότι είμαι ριζοσπαστική φεμινίστρια. Αλλά δεν είμαι – είμαι απλά φεμινίστρια. Αυτό είναι όλο. Σίγουρα αντλώ πράγματα από τη ριζοσπαστική φεμινιστική θεωρία, αλλά χρησιμοποιώ επίσης και πολλή μαρξιστική βιβλιογραφία στην ανάλυσή μου – το κοιτάζω από πολλές οπτικές γωνίες.

Μερικοί άνθρωποι πιστεύουν ότι αν η πορνεία νομιμοποιηθεί, θα βγει από την παρανομία και κατά κάποιον τρόπο θα είναι ασφαλέστερη για τις γυναίκες. Ποια είναι η άποψή σας για τα επιχειρήματα που συνηγορούν υπέρ της νομιμοποίησης ως έναν τρόπο για να μειωθεί η βία κατά των γυναικών και να κάνουν τις γυναίκες στην πορνεία πιο ασφαλείς;

Θα πρέπει βέβαια να υποστηρίξεις τον ισχυρισμό με στοιχεία και αν δούμε την πραγματικότητα, τουλάχιστον εδώ στην Ευρώπη, δεν πρόκειται περί αυτού.

Έγινε μια μελέτη, η οποία αξιολόγησε τη νομιμοποίηση της πορνείας και τους οίκους ανοχής, και η μελέτη έδειξε ότι κανένας από αυτούς τους στόχους δεν επετεύχθη. Η νομιμοποίηση δεν κατέστησε ασφαλέστερη την πορνεία. Δεν παρείχε στις γυναίκες ένα ασφαλές εργασιακό περιβάλλον ή μια σταθερή δουλειά και η πλειοψηφία των γυναικών δεν πλήρωνε ακόμα φόρους. Αυτό που φάνηκε ήταν ότι, πρώτον, οι γυναίκες έμεναν στην πορνεία πολύ περισσότερο από ό,τι υπολόγιζαν και δεύτερον, είχε γίνει πιο δύσκολο για αυτές να εγκαταλείψουν τη βιομηχανία του σεξ. Αν κοιτάξουμε την εμπειρία της Γερμανίας, καθώς και της Ολλανδίας, θα δούμε ότι απλά δεν έγινε κάτι τέτοιο, δεν έγινε ασφαλέστερη μέσω της νομιμοποίησης – στην πραγματικότητα συνέβη το αντίθετο.

Υπάρχει επίσης και η ιδέα ότι η πορνεία είναι ταμπού – που συνδέεται με την ιδέα ότι η σεξουαλικότητα είναι ταμπού. Με βάση αυτό το επιχείρημα, κάποιοι λένε ότι αν η πορνεία κανονικοποιούνταν σε αντίθεση με το να θεωρείται «ταμπού», θα μπορούσε να είναι σεξουαλικά απελευθερωτική. Αυτό επεκτείνεται σε επιχειρήματα που λένε ότι οι φεμινίστριες που αντιτίθενται στην πορνεία είναι «ενάντια στο σεξ» ή σεμνότυφες ή ότι καταπιέζουν τη σεξουαλικότητα των ανθρώπων. Τι γνώμη έχετε για αυτά τα επιχειρήματα;

Πρέπει να θέσουμε το ερώτημα «τι είναι  πορνεία». Υπάρχουν δύο άνθρωποι σε αυτή την ανταλλαγή – ένας από αυτούς τους ανθρώπους που θέλει να κάνει σεξ και ο άλλος που δεν θέλει. Αυτά είναι τα βασικά κριτήρια. Χωρίς αυτή τη συνθήκη δεν έχουμε πορνεία. Αν έχουμε δύο ανθρώπους που θέλουν να έχουν σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ τους – αν είναι ξαναμμένοι, τρελαμένοι, αν πεθαίνουν ο ένας για τον άλλον, προφανώς δεν πρόκειται να πληρώσουν. Αν υπάρχει ελεύθερη σεξουαλικότητα δεν πληρώνει ο ένας τον άλλον.

Στην περίπτωση της πορνείας μιλάμε για ένα είδος «σεξουαλικότητας» όπου ένα άτομο δεν θέλει να είναι σε μια σεξουαλική κατάσταση και έτσι ο άλλος πρέπει να το δωροδοκήσει. Αυτή είναι η βάση της πορνείας. Τώρα γιατί είναι τόσο σημαντικό να κολλάμε σε αυτό; Γιατί αυτό είναι η κλιμάκωση της ελεύθερης σεξουαλικότητας; Μια κατάσταση όπου ένα άτομο δεν θέλει να είναι εκεί; Και γιατί αυτό δεν ενοχλεί τον κόσμο; Γιατί δεν τον ενοχλεί το γεγονός ότι ένα άτομο πρέπει να δωροδοκηθεί για να είναι σε μια σεξουαλική κατάσταση;

Ειδικά όταν προέρχεται από φεμινίστριες που μιλούν για το θέμα της συναίνεσης… Κάποιοι θα ισχυριστούν ότι «είναι συναινετική – αυτό συμβαίνει ανάμεσα σε δύο συναινούντες ενήλικες». 

Αλλά σε τι συναινεί αυτή; Συναινεί στα χρήματα, όχι στο σεξ αυτό καθεαυτό. Αν πεις σε οποιαδήποτε εκδιδόμενη: «Έχεις δύο επιλογές: η πρώτη είναι ότι μπορείς να πάρεις τα χρήματα και να φύγεις ή δεύτερη είναι ότι μπορείς να πάρεις τα χρήματα, αλλά να μείνεις και για το σεξ», πόσες έχετε την εντύπωση ότι πρόκειται να μείνουν για το σεξ; Ούτε καν οι πιο ένθερμοι υπερασπιστές της πορνείας δεν θα ισχυριστούν ότι οι περισσότερες θα μείνουν για το σεξ. Οι περισσότερες από αυτές θα έπαιρναν τα χρήματα και θα έφευγαν, γεγονός που αποδεικνύει ότι δεν θέλουν πραγματικά το σεξ, θέλουν τα χρήματα.

Οπότε αν είναι κάποιος/α τόσο ριζοσπαστικός/ή σεξουαλικά ή σεξουαλικά φιλελεύθερος/η, γιατί δεν βλέπει αυτήν την κατάσταση ως έχει; Σεξ, σε περιπτώσεις που ένα άτομο δεν θέλει σεξ; Πώς μπορεί αυτό να μην μας ενοχλεί; Αυτό είναι που κάνει την πορνεία διαφορετική από όλα τα άλλα είδη των σεξουαλικών καταστάσεων. Αν έχουμε δύο ανθρώπους που το θέλουν τότε κανείς δεν πληρώνει και που αν κανείς δεν θέλει, τότε προφανώς δεν υπάρχει καθόλου σεξ.

Αναρωτιέμαι ποια είναι η άποψή σου για την ιδέα ότι η πορνεία είναι απλά μια δουλειά. Για παράδειγμα, η άποψη που λέει ότι οι πόρνες παρέχουν απλά μια υπηρεσία, όπως μία μασέζ ή μια κομμώτρια ή μια σερβιτόρα;

Μάλιστα. Αν πρόκειται περί αυτού, τότε να ξεχάσουμε την ιδέα ότι η πορνεία είναι ελεύθερη σεξουαλικότητα, ας το αφήσουμε. Αλλά αν δούμε πώς γίνεται η πορνεία, δεν ταιριάζει με την ιδέα ότι είναι «απλά μια δουλειά».

Θεωρώ την πορνεία ένα ψέμα. Έπαιρνα συνέντευξη από μια γυναίκα που δούλευε στην πορνεία και είπε: «Εντάξει. Μπορείτε να πείτε ότι είναι μια δουλειά, αλλά σε αυτή την περίπτωση ξέρετε πως θα ήταν; Θα ήταν σαν να την έπαιζα σε έναν άντρα, την ώρα που εκείνος βλέπει πορνό. Δεν θα χρειαζόταν να προσποιούμαστε, δεν θα χρειαζόταν να βογκάμε, δεν θα χρειαζόταν να του μιλάμε. Θα το κάναμε μηχανικά». Η πορνεία δεν έχει σχέση με αυτό. Στην πορνεία, το άτομο που πουλιέται πρέπει να προσποιηθεί ότι είναι εκεί επειδή του αρέσει.

Το δύσκολο μέρος της πορνείας είναι το εξής: είναι θεσμοθετημένη ως επάγγελμα, αλλά την ίδια στιγμή, όταν εκείνη πληρώνεται, θα κάνει το καλύτερο που μπορεί για να προσποιηθεί ότι είναι εκεί επειδή της αρέσει. Θα του πει «ω χύνω, είσαι ο καλύτερος, είσαι τόσο σέξι, με ανάβεις» και τέτοια πράγματα. Κάνει το καλύτερο που μπορεί για να τον κάνει να ξεχάσει ότι αυτός την πληρώνει.

Οπότε, ναι, φυσικά, κάντην κι αυτή μια δουλειά όπως κάθε άλλη, αλλά τότε θα πρέπει να είναι απλά ξαπλωμένες. Ας αφήσουμε όλες τις γυναίκες να είναι ξαπλωμένες και να μην κάνουν τίποτα και απλά να κοιτάζουν τα ρολόγια τους και να δούμε κατά πόσο θα αρέσει στους άντρες. Η πορνεία είναι ένα ψέμα. Είναι υπερβολικά απλοϊκό να πούμε ότι είναι απλά μια δουλειά.

Σε κάθε περίπτωση, γιατί θα πρέπει να νομιμοποιήσουμε μια «δουλειά» που έχει τόσο υψηλά ποσοστά κακοποίησης, φόνων, βιασμών και σεξουαλικής παρενόχλησης; Δείτε τα επίπεδα της βίας και τα υψηλά ποσοστά θνησιμότητας των ανθρώπων στην πορνεία – εννοώ ότι αν αυτό ήταν οποιαδήποτε άλλη δουλειά, θα έπρεπε να καταστεί παράνομη από την πρώτη κιόλας μέρα. Ακόμα και στην Ολλανδία, θα δείτε ότι στη συνοικία με τα κόκκινα φανάρια, η οποία υποτίθεται ότι είναι τόσο ασφαλής και ελεγχόμενη, γυναίκες δολοφονούνται στις βιτρίνες όλη την ώρα. Ακόμη και η νομιμοποιημένη πορνεία δεν πατάει πάνω σε καμία εργατική νομοθεσία ή οποιουσδήποτε κανονισμούς εργασίας οπουδήποτε.

Στον Καναδά, όπου ζω, φεμινίστριες και προοδευτικοί άνθρωποι συμφωνούν ότι οι εκδιδόμενες γυναίκες θα πρέπει να αποποινικοποιηθούν. Αυτό σημαίνει ότι οι εκδιδόμενες γυναίκες δεν αξίζει να τιμωρηθούν επειδή εργάζονται στη βιομηχανία του σεξ και ότι δεν πρέπει να ρίχνονται στη φυλακή επειδή κάνουν ό,τι κάνουν για να επιβιώσουν. Αυτό σημαίνει ότι η συζήτηση έγκειται στο αν πρέπει ή όχι να αποποινικοποιηθούν οι νταβατζήδες και οι πελάτες και πολλοί άνθρωποι θα υποστηρίξουν ότι η ποινικοποίηση των πελατών θα έθετε σε περαιτέρω κίνδυνο τις εκδιδόμενες γυναίκες ή ότι νόμοι που ποινικοποιούν τους νταβατζήδες θα τιμωρούσαν κατά κάποιο τρόπο μέλη μιας οικογένειας – για παράδειγμα, αν μια γυναίκα εργάζεται στην πορνεία και ζει με τον σύντροφο ή τα παιδιά της, κάποιοι λένε ότι αυτοί οι άνθρωποι με κάποιο τρόπο θα κατηγορηθούν ως « νταβατζήδες».

Υπάρχουν στατιστικά στοιχεία; Είναι συνηθισμένο μέλη μιας οικογένειας να μπαίνουν φυλακή με την αιτιολογία ότι είναι νταβατζήδες; Θα πρέπει να αποδείξουν πως υπάρχουν πολλές πραγματικές περιπτώσεις όπου τα μέλη μιας οικογένειας φυλακίζονται σε αυτή τη βάση. Το πρόβλημα σε αυτή τη συζήτηση είναι ότι υπάρχουν πολλές υποθέσεις και πολλά επιχειρήματα, αλλά όχι στοιχεία. Αν θέλουμε να ισχυριστούμε ότι ο νόμος αυτός βάζει μέλη μιας οικογένειας στη φυλακή με την αιτιολογία ότι είναι νταβατζήδες, θα πρέπει να αποδειχθεί. Δεν μπορούμε απλά να το δηλώνουμε.

Όσον αφορά την άποψη ότι η ποινικοποίηση των πελατών θα θέσει σε κίνδυνο τις εκδιδόμενες, θα πρέπει να ρωτήσετε «ποιος διαπράττει τη βία κατά των εκδιδόμενων γυναικών». Είναι ο νόμος; Ή μήπως είναι οι πελάτες; Και οι νταβατζήδες; Εδώ στη Σουηδία μερικοί άνθρωποι ισχυρίζονται επίσης το ίδιο. Κατά κάποιον τρόπο ο νόμος έχει γίνει ο φυσικός κακοποιός – ο νόμος δεν συνιστά κακοποίηση απέναντι σε κανέναν, εντάξει; Αν υπάρχει κάποιος που ασκεί βία στις εκδιδόμενες γυναίκες, αυτοί είναι οι άντρες. Και αυτό είναι το πρόβλημα. Γι’ αυτό ακριβώς πρέπει να κάνουμε κάτι. Δεν υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δείχνουν ότι η κατάσταση έχει γίνει πιο επικίνδυνη μετά το νόμο. Γίνεται πολλή κουβέντα, αλλά δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία που να το αποδεικνύουν. Είναι μια υπόθεση. Η εμπειρία που είχαμε από το νόμο ήταν πολύ θετική. Μείωσε τον αριθμό των αγοραστών – ένας στους οκτώ άνδρες πλήρωνε για σεξ και έχει ήδη μειωθεί σε έναν στους 13. Πλέον έχουμε ένα πολύ μικρό αριθμό εκδιδόμενων στη Σουηδία. Περίπου 1500 με 2000 το πολύ.

Υπάρχει και μια άλλη πτυχή του νόμου που κανείς δεν μιλά γι’ αυτή και είναι το γεγονός ότι ο νόμος αυτός δίνει κάποια πλεονεκτήματα στις εκδιδόμενες. Τώρα οι γυναίκες μπορούν να καταγγείλουν έναν πελάτη στην αστυνομία, αλλά εκείνος δεν μπορεί να τις καταγγείλει. Ας πούμε για παράδειγμα ότι της συμπεριφέρεται άσχημα ή υπάρχει κάτι για το οποίο δε θα συμφωνήσει ή αρνείται να πληρώσει –μπορεί να απειλήσει ότι θα τον καταγγείλει, γιατί αυτό που κάνει είναι ήδη παράνομο.

Εκείνος, από την άλλη πλευρά, δεν μπορεί να την απειλήσει με τίποτα, γιατί αυτό που κάνει δεν είναι παράνομο. Σε χώρες όπου η εκδιδόμενη κάνει κάτι παράνομο και ο πελάτης όχι, τότε εκείνος έχει ακόμη περισσότερη δύναμη σε μια ούτως ή άλλως πολύ άνιση κατάσταση, γιατί επιπλέον μπορεί να την απειλήσει ότι θα την καταγγείλει.

Έχω παρατηρήσει ότι ιδιαίτερα στις ΗΠΑ κάποιοι από αυτούς που μπορεί να θεωρηθούν ως «υποστηρικτές των δικαιωμάτων των εργαζομένων στη βιομηχανία του σεξ», θα επικρίνουν όσους συγχέουν τη σωματεμπορία με την πορνεία. Αναρωτιέμαι αν μπορείτε να μιλήσετε λίγο γι ‘αυτό – συνδέεται η πορνεία με τη σωματεμπορία; Υπάρχει διαφορά μεταξύ των δύο;

Βασικά η σωματεμπορία είναι η απάντηση στο ζήτημα της προσφοράς και της ζήτησης και το πρόβλημα του εφοδιασμού. Η σωματεμπορία εμφανίζεται όταν δεν υπάρχει μια αρκετά μεγάλη ποσότητα από εκδιδόμενες για τη ζήτηση που υπάρχει – μιλώντας με όρους αγοράς. Στο δυτικό κόσμο δεν υπάρχουν ποτέ αρκετές γυναίκες που εισέρχονται στη βιομηχανία του σεξ οικειοθελώς – υπάρχει πάντα έλλειψη, για να το θέσω με αυτόν τον τρόπο. Οι άνθρωποι που μπαίνουν στο εμπόριο φθείρονται πολύ γρήγορα και οι πελάτες θέλουν πάντα «φρέσκο κρέας», για να το θέσω ωμά. Θέλουν νεότερες γυναίκες και γυναίκες που έχουν μόλις ξεκινήσει. Δεν θέλουν τις παλιές εκδιδόμενες που είναι στην πορνεία εδώ και πενήντα χρόνια.

Επιπλέον, το υψηλό ποσοστό θνησιμότητας και ο τρόπος που φθείρεται το σώμα κάνουν το διάστημα στην πορνεία αρκετά σύντομο. Έτσι, υπάρχει πάντα ζήτηση για όλο και περισσότερους ανθρώπους στην πορνεία. Αν υπήρχαν γυναίκες που συνέρρεαν κατά εκατομμύρια στη βιομηχανία του σεξ, δεν θα χρειαζόταν να τις φέρνουν με το ζόρι από την Ανατολική Ευρώπη. Θέλω να πω, γιατί να κάνεις κάτι τέτοιο; Δεν είναι λογικό. Αν στέκονταν χιλιάδες γυναίκες στην ουρά έξω από τους οίκους ανοχής λέγοντας «σας παρακαλώ, πάρτε με στη δουλειά!» δεν θα χρειαζόταν να τις κουβαλήσει η μαφία από όλη την Ευρώπη και από όλον τον κόσμο, δεν θα είχε νόημα. Σωματεμπορία υπάρχει, επειδή απλά δεν υπάρχουν αρκετές γυναίκες που θα πάνε στην πορνεία με τη θέλησή τους. Αν θέλουμε να υπάρχει βιομηχανία της πορνείας χωρίς σωματεμπορία, αυτή θα είναι μια πολύ μικρή βιομηχανία.

Δεν μπορούμε να διαχωρίσουμε την πορνεία από τη σωματεμπορία. Θα πρέπει να μειώσουμε τη ζήτηση σε τέτοιο βαθμό, ώστε πολύ λίγοι άνδρες να πληρώνουν για σεξ. Μόνο σε αυτή την περίπτωση θα μπορούσαμε ίσως να είμαστε σίγουροι/ες ότι οι γυναίκες θα είναι εκεί «με τη θέλησή τους».

Αναρωτιέμαι αν θα μπορούσατε να μας πείτε λίγο περισσότερα για το σουηδικό μοντέλο ή το «σκανδιναβικό μοντέλο», όπως ονομάζεται κάποιες φορές, και ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Αυτό που πολλοί άνθρωποι δεν γνωρίζουν είναι ότι το μοντέλο αυτό είναι το αποτέλεσμα τριάντα χρόνων δουλειάς και έρευνας. Οι άνθρωποι νομίζουν ότι είναι απλά ένα μάτσο φεμινίστριες και κάποιοι κοινωνικοί λειτουργοί, οι οποίοι αποφάσισαν να ξεκινήσουν πόλεμο κατά των ανδρών ή κάτι αντίστοιχο. Όχι. Είχαν ξεκινήσει μια έρευνα στη δεκαετία του 1970 και εξέταζαν την πραγματικότητα της πορνείας. Ήταν και η πρώτη φορά που κάποιος έπαιρνε συνεντεύξεις από ανθρώπους στην πορνεία σε μεγάλη κλίμακα. Το κέντρο βάρους μετατοπιζόταν από την πορνεία ως περίπτωση απόκλισης και αντ’ αυτού είχαν αρχίσει να την αντιλαμβάνονται ως μια τεράστια κοινωνική τραγωδία που αφορούσε έμφυλες κοινωνικές σχέσεις, τη φτώχεια, τον τρόπο με τον οποίο οι γυναίκες αναθρέφονται, την αιμομιξία, κλπ.

Μετά από αυτή την έρευνα, ακολούθησε και το ζήτημα του τι πρέπει να κάνουμε. Η απάντηση που βρήκαν ήταν να ποινικοποιήσουν τον πελάτη και η νομοθεσία τέθηκε σε ισχύ το 1999. Έχουν περάσει 14 χρόνια από τότε και δεν μπορεί κανείς πλέον ούτε καν να επιχειρήσει να πληρώσει για σεξουαλικές υπηρεσίες. Ο νόμος υπήρξε ιδιαίτερα επιτυχής, όχι μόνο στο ότι η ζήτηση έχει μειωθεί, αλλά και στο γεγονός ότι η πλειοψηφία του πληθυσμού κατανοεί πια την πορνεία ως προϊόν της ανισότητας των φύλων. Ογδόντα τοις εκατό του πληθυσμού της Σουηδίας υποστηρίζει τον νόμο, κάτι που δεν ακούγεται πολύ.

Αυτό που συνέβη τότε ήταν ότι οι σωματέμποροι άρχισαν να δυσκολεύονται να παραμείνουν στη Σουηδία και πήγαν στη Νορβηγία. Το Όσλο, η πρωτεύουσα της Νορβηγίας, άρχισε να πλημμυρίζει από νιγηριανή μαφία και όλοι αυτοί οι Νορβηγοί άνδρες άρχισαν να πληρώνουν για σεξ, γεγονός που οδήγησε τη Νορβηγία να υιοθετήσει την ίδια νομοθεσία. Οι σωματέμποροι προχώρησαν προς τη Δανία, η οποία για τον ίδιο λόγο εξετάζει επί του παρόντος την έγκριση του ίδιου νόμου.

Υπάρχουν υπηρεσίες και άλλες δομές υποστήριξης για τους ανθρώπους που θέλουν να εγκαταλείψουν τη βιομηχανία; Τι συμβαίνει με τις γυναίκες που χάνουν το εισόδημά τους όταν εγκαταλείπουν την πορνεία;

Αυτό είναι κάτι που θέλω να τονίσω. Αν θέλουμε να υιοθετήσουμε έναν τέτοιο νόμο, δεν μπορούμε απλά να τον εφαρμόσουμε και στη συνέχεια να μην κάνουμε τίποτε άλλο. Θα πρέπει να εξασφαλίσουμε ότι ο νόμος συνοδεύεται από τις κατάλληλες υπηρεσίες υποστήριξης. Στη Σουηδία έχουμε κάτι που ονομάζεται μονάδες πορνείας και δεν είναι απλά προγράμματα στα χαρτιά, είναι πολύ περισσότερα. Εάν ήσουν στη βιομηχανία, έχεις πρόσβαση σε δωρεάν θεραπεία, βοήθεια στην εύρεση στέγης και εργασίας, και ασχολούνται με πράγματα όπως το χρέος, για παράδειγμα.

Αυτό που είναι διαφορετικό στη Σουηδία είναι ότι έχουμε ένα αρκετά ισχυρό κράτος πρόνοιας, έτσι, σε αντίθεση με τον Καναδά ή τις ΗΠΑ, η πορνεία δεν υπάρχει ως αποτέλεσμα της ακραίας φτώχειας. Η πορνεία στη Σουηδία τείνει να υπάρχει ως αποτέλεσμα της πρόωρης σεξουαλικής κακοποίησης και παρόμοιων πραγμάτων. Οι γυναίκες χρειάζονται περισσότερο βοήθεια σε θέματα αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς και όχι για το πώς να ξεφύγουν από τη φτώχεια.

Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η ποινικοποίηση δεν είναι καλή απάντηση ή τέλος πάντων όχι μια εφικτή πορεία προς την απελευθέρωση, διότι ο νόμος δεν θα λειτουργήσει υπέρ των περιθωριοποιημένων ατόμων. Αυτό σημαίνει ότι ορισμένοι που προσδιορίζονται ως αναρχικοί ή σοσιαλιστές θα μπορούσαν να πουν «δεν θέλω να δώσω στην αστυνομία περισσότερη εξουσία από ό,τι ήδη έχει, ακόμα κι αν αυτό είναι υπέρ ανδρών που αγοράζουν σεξ ή που είναι βίαιοι». Ταυτίζεστε με τους αναρχικούς; Τους σοσιαλιστές; Τι πιστεύετε γι’ αυτό το επιχείρημα;

Ήμουν αναρχική, ίσως είμαι ακόμα λίγο… Αλλά πιστεύω στο κράτος ως ένα σημαντικό εργαλείο. Θέλω να πω ότι το κράτος μπορεί να είναι οτιδήποτε, μπορεί να είναι καλό πράγμα ή μπορεί να είναι και κακό πράγμα – και αυτό δεν είναι πάντα απαραίτητα κακό πράγμα. Το κράτος μπορεί να εξυπηρετεί τα συμφέροντα του κεφαλαίου, των στρατιωτικών ή του λαού. Εξαρτάται από τις ιστορικές συνθήκες. Το κράτος δεν περιορίζεται σε μία λειτουργία. «Μπορώ να καταλάβω επίσης αυτό το επιχείρημα των αναρχικών, αλλά νομίζω ότι είναι μια κάποια εσωτερίκευση της απαισιοδοξίας. Είναι σαν να λέμε «τα πράγματα δεν θα αλλάξουν ποτέ». Και σε αυτή την περίπτωση, ξέρετε, αν τίποτα δεν αλλάξει ποτέ, τι προτείνουμε; Πώς εξαλείφουμε την πορνεία τότε; Να πηγαίνουμε κάθε μέρα να διαδηλώνουμε έξω από τα μπουρδέλα εμείς και τα αναρχικά πλήθη;

Η εμπειρία με τη σουηδική αστυνομία έχει πραγματικά ενδιαφέρον, γιατί στην αρχή δεν καταλάβαιναν το νόημα του νόμου. Δεν θεωρούσε το αγοραίο σεξ έγκλημα, έτσι η αστυνομία συνήθιζε να συμπεριφέρεται στους πελάτες όπως σε κάποιους που συνελήφθησαν για υπερβολική ταχύτητα. Η πλειοψηφία των ανδρών που πλήρωναν για σεξ ήταν παντρεμένοι, οπότε ζητούσαν από την αστυνομία να στείλει την κλήση στο γραφείο τους αντί στο σπίτι τους, γιατί αν το έστελναν στο σπίτι θα το έβλεπαν οι γυναίκες τους και τα παιδιά τους. Η αστυνομία έλεγε: «φυσικά και θα το στείλουμε στο γραφείο, μην ανησυχείς φίλε».

Μια εκπαιδευτική καμπάνια στους αστυνομικούς το άλλαξε αυτό και τους έκανε να καταλάβουν ότι αυτό ήταν για την προστασία των γυναικών, όχι των ανδρών. Αν ακούγατε τις διαλέξεις στο σώμα για την καταπολέμηση της σωματεμπορίας, θα νομίζατε ότι πόκειται για ριζοσπαστικές φεμινίστριες -είναι καταπληκτικές. Η αστυνομία τώρα οργώνει τους δρόμους για να βρει αυτούς που πληρώνουν για σεξ και λένε πράγματα όπως: «Συνέβη κάτι και οι άνδρες δεν μπορούν να ελέγξουν τον πούτσο τους; Φίλε, αυτό είναι πολύ κακό, πρέπει να σταματήσουν να το κάνουν αυτό», και νομίζω ότι αυτό είναι πραγματικά εκπληκτικό. Θα πρέπει να συνεργαστούμε με την αστυνομία. Αν δεν συνεργαστούμε μαζί της, θα έχει την ίδια στάση με πριν, με βάση την οποία οι γυναίκες παρανομούν και οι άνδρες συμπεριφέρονται απλά σαν άντρες.

Πώς συνδέεται η πορνεία με την ισότητα των φύλων και πώς οι νόμοι, όπως αυτοί στη Σουηδία έχουν αντίκτυπο στη θέση της γυναίκας στο σύνολό της;

Τα λόμπι υπέρ της εργασίας στο σεξ θα προσπαθήσουν να παρουσιάσουν την πορνεία σαν να μην είναι ζήτημα έμφυλης διάκρισης, παρά μόνο ζήτημα «αγοραστή» και «πωλητή». Μιλάνε με όρους αγοράς και το βρίσκω πολύ ενδιαφέρον. Στο βιβλίο μου εξετάζω επίσης τη συζήτηση για την πορνεία πριν από 100 χρόνια και η διαφορά ανάμεσα στο τότε και το τώρα είναι ότι τότε οι άνθρωποι δεν μιλούσαν για πώληση και αγορά – δεν ήταν θέμα της αγοράς – το έβλεπαν σαν κάτι που αφορούσε άνδρες και γυναίκες. Θεωρούσαν τις πόρνες ξεπεσμένες γυναίκες που δεν άξιζαν για τίποτε άλλο, για παράδειγμα αν δεν ήταν στην πορνεία θα ήταν εγκληματίες. Όσον αφορά τους άνδρες, η ιδέα ήταν ότι οι άνδρες χρειαζόταν να έχουν πρόσβαση σε πόρνες διαφορετικά θα ήταν απείθαρχοι, θα βίαζαν τις «αξιοπρεπείς γυναίκες» και δεν θα ήταν σε θέση να παραμείνουν στο γάμο τους. Με αυτόν τον τρόπο, το γεγονός ότι οι άνδρες είχαν αυτό το «κατάστημα», ήταν θετικό για τις «αξιοπρεπείς γυναίκες». Η συζήτηση ήταν πολύ έμφυλη.

Έναν αιώνα αργότερα παρουσιάστηκε το φεμινιστικό κίνημα και ενώ ο κόσμος εξακολουθεί να υπερασπίζεται αυτό το θεσμό, η συζήτηση άλλαξε. Ο κόσμος δε θέλει να μιλάει για άνδρες και γυναίκες, θέλει να μιλάει για την πορνεία με όρους αγοράς. Αλλά εξακολουθεί να είναι ένα πολύ έμφυλο θέμα. Εννοώ ότι οι αγοραστές είναι σχεδόν 100 % άνδρες και οι πωλητές, τουλάχιστον εδώ στη Σουηδία, είναι το λιγότερο 90 % γυναίκες. Αποτελεί απλά έναν άλλο τρόπο για τη διευθέτηση των σχέσεων μεταξύ ανδρών και γυναικών και, αν μιλάμε για τη σεξουαλικότητα, νομίζω ότι δεν θα έχουμε ποτέ θετικές ή ισότιμες σεξουαλικές σχέσεις ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες, όσο υπάρχει η πορνεία και είναι διαδεδομένη σε αυτήν την κοινωνία. Αυτό που κάνει η πορνεία στους άνδρες που πληρώνουν για σεξ είναι να τους κρατάει μέσα σε ένα ψέμα. Εννοώ ότι αυτοί οι άντρες δεν ξέρουν καν τι να κάνουν στο κρεβάτι, δεν ξέρουν πώς να ικανοποιήσουν μια γυναίκα και δεν καταλαβαίνουν τα σώματα των γυναικών, διότι οι γυναίκες που κάνουν σεξ μαζί τους πληρώνονται για να τους λένε ότι είναι οι καλύτεροι, ότι είναι σούπερ εραστές. Οπότε αυτός την πληρώνει, στη συνέχεια γυρίζει σπίτι και κάνει τα ίδια στη σύζυγό του και αυτή του λέει , «μμμ, όχι …», και αυτός απλά νομίζει ότι είναι βαρετή και σεμνότυφη ή ότι κάτι δεν πάει καλά με αυτήν. Έτσι ποτέ δεν θα μάθει την αλήθεια για το πώς πρέπει να συμπεριφέρεται στο κρεβάτι. Διαιωνίζει απλά ένα είδος ψέματος.

Κάνει επίσης τις γυναίκες στην πορνεία να συμμορφώνονται με κάποια συγκεκριμένη ιδέα για το πως «υποτίθεται» ότι είναι μια γυναίκα στο κρεβάτι. Στη σύμβαση της πορνείας, δεν πρόκειται για δύο άτομα, πρόκειται για την καθιέρωση μιας σχέσης όπου το σεξ αφορά μόνο το τι θέλουν οι άνδρες. Εφόσον ο άντρας είναι αυτός που πληρώνει, θα πάρει και αυτό που θέλει. Δεν πρόκειται για τη δική της ικανοποίηση. Αν είσαι πραγματικά φεμινίστρια και αν πραγματικά θέλεις οι γυναίκες να απολαμβάνουν το σεξ, δεν καταλαβαίνω πώς μπορείς να υπερασπίζεσαι ένα θεσμό που απλά αποκηρύσσει κάθε είδους επιθυμία που έχουν οι γυναίκες και ικανοποιεί μόνο τις επιθυμίες των ανδρών.

μετάφραση: Λίνα Φιλοπούλου

Πηγή: feminist current