ένα ανεπίκαιρο, μα πάντα επίκαιρο θέμα

της Ειρήνης Πετροπούλου

Δικαίωμα στη ζωή, δικαίωμα στην ελευθερία και την ασφάλεια, ελευθερία της έκφρασης, απαγόρευση των διακρίσεων, αυτά είναι μερικά από τα δικαιώματα και ελευθερίες που αναφέρονται στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών. Δικαιώματα που εύκολα μπορούν να καταστρατηγηθούν όταν ένα κράτος αδυνατεί να προστατεύσει τους πολίτες από τις πράξεις βίας που προκαλούνται από προκατάληψη ή που διαπράττονται με κίνητρο την προκατάληψη ή που δεν λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για την καταπολέμηση των προκαταλήψεων, την προστασία των θυμάτων και τη θέσπιση αυστηρών μέτρων τιμωρίας για τους ενόχους. Η λήψη κάποιων μέτρων, σε θεσμικό επίπεδο, συμβάλλει στην εξασφάλιση της ισότητας, της κοινωνικής αναγνωσιμότητας, της ορατότητας και της διασφάλισης των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών.

Το πρόσωπο της βίας, λένε, είναι οικείο. Έχει το πρόσωπο κάποιου συγγενή ή της γειτόνισσας, του δασκάλου ή του τοπικού άρχοντα (πολιτικού και μη) που, στο όνομα των «χρηστών ηθών», μπορεί εύκολα να στοχοποιήσει μη αρεστές ομάδες ανθρώπων. Το μη αρεστό μεταφράζεται σε έναν διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό και μια διαφορετική από τη βιολογική ταυτότητα φύλου. Η ομοφοβία και η τρανσφοβία δεν έχει πάντα να κάνει με φαινόμενα σωματικής βίας. Αφορά και περιπτώσεις εκφοβισμού σε χώρους όπως είναι τα σχολεία, το περιβάλλον εργασίας, ή σε ιδιωτικούς χώρους που συχνά περνά απαρατήρητη και περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα από αρνητικές εμπειρίες από η λεκτική κακοποίηση, η παρενόχληση με περιπαιχτικά και καθόλου κολακευτικά σχόλια, ο εξοστρακισμός και οι σωματικές επιθέσεις.

Ένα άλλο φαινόμενο βίας είναι η ρητορική μίσους από πολιτικούς ή θρησκευτικούς ηγέτες και οργανωμένες ομάδες (π.χ. ακροδεξιές ομάδες). Η βία έχει αρχίσει να διαδίδεται με συχνότητα και στο χώρο του διαδικτύου, όπου είναι περισσότερο γνωστή ως κυβερνο-έγκλημα.  Ένα απλό παράδειγμα τέτοιων εγκλημάτων είναι η δημιουργία ιστοσελίδων που υποδαυλίζουν το μίσος και τη βία και οι οποίες δημοσιοποιούν προσωπικά στοιχεία ατόμων αναφορικά με τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό και την ταυτότητα και έκφραση φύλου.

Οι όροι ομοφοβία και τρανσφοβία, ειδικότερα, αφορούν κάθε πράξη βίας, κακοποίησης, λεκτικής παρενόχλησης, απειλής, προπηλακισμού κλπ κατά των λεσβιών, των γκέι, των αμφί και τρανς προσώπων (LGBT – ΛΟΑΤ) που έχει ως σκοπό ν’ αποθαρρύνει την οποιαδήποτε ορατότητα τους. Στον όρο «ομοφοβία» έχω περιλάβει τις λεσβίες και τα αμφισεξουαλικά άτομα για χάρη συντομίας και στον όρο «τρανσφοβία» όλα τα διαφυλικά και διεμφυλικά πρόσωπα (άντρες και γυναίκες) των οποίων το βιολογικό φύλο δεν ταιριάζει με το ψυχολογικό.

Τόσο η ομοφοβία όσο και η τρανσφοβία δείχνουν μη-ανοχή και μίσος για κάθε διαφορετική από την ετεροκανονική σεξουαλικότητα. Μάλιστα, η βία χρησιμοποιείται ως μέσο παραδειγματισμού για κάθε σεξουαλική πράξη που δεν έχει αναπαραγωγικό χαρακτήρα και δεν αφορά αντίθετα φύλα. Ακούμε συχνά ότι η βία, απ’ όπου και αν προέρχεται, είναι καταδικαστέα. Αυτό που δεν ακούμε είναι ότι αφήνει ανεξίτηλα σημάδια στη ψυχή του θύματος και ότι δημιουργεί τέτοιες συνθήκες ώστε τόσο το θύμα όσο και η κοινότητα του ν’ αλλάζουν συμπεριφορά εφόσον αισθάνονται ότι φταίνε γι’ αυτό που έγινε. Θα αναφέρω μερικά μόνο παραδείγματα ώστε να γίνει κατανοητή η αρνητική επίδραση στη ψυχολογία του θύματος. Τα στοιχεία προέρχονται κυρίως από την αγγλική οργάνωση Stonewall,την αμερικάνικη National Organization of Women και τη Γενική Γραμματεία Ισότητας των Δύο Φύλλων:

  • Οι ΛΟΑΤ μαθητές και μαθήτριες έχουν πέντε φορές περισσότερες πιθανότητες ν’ αφήσουν το σχολείο.
  • Η πιθανότητα απόπειρας αυτοκτονίας είναι 4 φορές μεγαλύτερη.
  • Το 47% των νεαρής ηλικίας ΛΟΑΤ ατόμων είναι άστεγα.
  • Το 80% των θυμάτων δεν καταγγέλλει το περιστατικό.
  • Οι θύτες είναι ως επί το πλείστον άτομα κάτω των 30 ετών.
  • Το κόστος της ενδοοικογενειακής βίας ανέρχεται σε 16 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Ένα ευρώ πρόληψης γλυτώνει 90 ευρώ περίθαλψης.
  • Όταν το θύμα δεν μιλά, είναι σα να στέλνει στην υπόλοιπη κοινωνία το μήνυμα ότι δεν κακοποιείται.

Ένα άλλο σημαντικό θέμα είναι και η ενδοσχολική βία (bullying). Έρευνα του Πανεπιστημίου Cornell του 2004 έδειξε ότι το εκπαιδευτικό σύστημα, στο σύνολο του, προτιμά ν’ αγνοεί το πρόβλημα παρά ν’ αντιδράσει παρεμβατικά, προληπτικά και αποτρεπτικά. Η Αγγλία ήταν μια από τις πρώτες χώρες στο κόσμο που εντόπισε τη σοβαρότητα του προβλήματος. Στα μέσα της δεκαετίας του 90 θέσπισε ειδικό πρόγραμμα αντιμετώπισης της ενδοσχολικής βίας με εφαρμογή anti-bullying πολιτικής στα σχολεία. Παρόλα αυτά:

  • Οι εργαζόμενοι στον τομέα πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης θεωρούν ακόμα και σήμερα ότι πρόκειται για μεμονωμένα περιστατικά και ή δεν δίνουν σημασία στη σοβαρότητα τους ή δεν επιθυμούν την οποιαδήποτε ανάμιξη, πόσο μάλλον την αντιμετώπιση τους. Επίσης, επικαλούνται ως δικαιολογία την αντίδραση των Συλλόγων Γονέων και Κηδεμόνων ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για τον απόηχο του περίφημου Section 28 του 1988*
  • Οι διευθυντές των σχολείων ναι μεν είναι νομικώς υπόχρεοι να λαμβάνουν μέτρα για την αντιμετώπιση και την πάταξη των φαινομένων ενδοσχολικής βίας, δεν το κάνουν (δυστυχώς) όλοι παρά το γεγονός πως υπάρχει εγκύκλιος από το 1999 που ενθαρρύνει μαθητές και μαθήτριες να καταγγέλλουν τα περιστατικά βίας.

Η Διάταξη 28 ή Section 28 είχε ως συνεπακόλουθο:

Α) Να μην λαμβάνουν καμία ενημέρωση ή επιμόρφωση οι εκπαιδευτικοί πάνω σε θέματα αναγνώρισης και αντιμετώπισης των περιστατικών ενδοσχολικής βίας, πόσο μάλλον της ομοφοβικής και τρανσφοβικής βίας στα σχολεία και

Β) Τα LGBT άτομα να θεωρούνται «αόρατα» για το σχολικό περιβάλλον και να μην έχουν καμία υποστήριξη.

Ανάλογη αντιμετώπιση με την ενδοσχολική βία είχε και το μείζων θέμα της ενδοοικογενειακής βίας. Όπως έχει αποδειχτεί, όχι απαραίτητα και μόνο στην Αγγλία αλλά και σε άλλες χώρες της υποτιθέμενης προηγμένης Ευρώπης, η έγκαιρη ανίχνευση των προβλημάτων αυτών και η αποτελεσματική κάλυψη τους από το δικαιϊκό σύστημα, όχι μόνο συμβάλει στην αναγνωριστικότητα, αλλά και στην ορατότητα τους.

Ας έλθουμε, τώρα, στην ελληνική πραγματικότητα.

Είμαστε από τις λίγες χώρες που δεν έχουμε σπουδές φύλου στα πανεπιστήμια και σα να μην έφτανε αυτό, οι στερεοτυπικές μισογυνίστικες αντιλήψεις και το φτηνό χιούμορ είναι διάχυτες από την καθημερινότητα μας μέχρι τις διαφημίσεις που προβάλλονται στις τηλεοπτικές ζώνες μεγάλης ακροαματικότητας. Η έρευνα είναι κάτι σαν «απαγορευμένη» δραστηριότητα, αν και θα μπορούσε να δώσει σαφή και τεκμηριωμένη εικόνα πάνω στο φύλο, την εργασία, το σεξουαλικό προσανατολισμό, τη ταυτότητα φύλου και το πώς βιώνουμε τη βία και πώς αντιδρούμε σε αυτήν. Τέλος, φαίνεται η απουσία στοχευμένων δομών οι οποίες θα συνέβαλλαν θετικά στην εξάλειψη της ομοφοβίας και της τρανσφοβίας με ιδιαίτερη μέριμνα στην προστασία των θυμάτων και των μαρτύρων.

Μην ξεχνάμε ότι:

  • Ο θύτης λειτουργεί κλιμακωτά. Θα ξεκινήσει με μια απλή φράση ή βλέμμα αποδοκιμασίας και θα προχωρήσει σταδιακά σε πιο σοβαρή ρατσιστική-φοβική συμπεριφορά.
  • Η βία δεν είναι κάτι απλό, ούτε κάτι που θα το πάρουμε ελαφρά. Είναι παραβατική συμπεριφορά η οποία πρέπει να καταγγέλλεται και να τιμωρείται.
  • Το θύμα πρέπει να προχωρά στη καταγγελία των συμβάντων γιατί: α) μιλώντας ενθαρρύνει άλλα θύματα να κάνουν το ίδιο και β) μιλώντας ο θύτης ή θα πιαστεί στα δίχτυα του νόμου ή θα συνειδητοποιήσει τη σοβαρότητα των πράξεων του και θα αλλάξει συμπεριφορά.

Κλείνοντας αναφέρω ότι έχουμε στα χέρια μας κάποια όπλα. Δεν είναι το άπαν, αλλά είναι κάτι από το οποίο μπορούμε να πιαστούμε.

  1. Καταγγέλλουμε ΠΑΝΤΑ το περιστατικό στην αστυνομία ή καλούμε το 100 ή τη Γραμμή Καταγγελιών της ΕΛΑΣ στον αριθμό 11414. Αργότερα προχωρούμε στη κατάθεση μήνυσης κατά αγνώστων (αν δεν υπάρχει σύλληψη του δράστη) ή του ίδιου του δράστη.
  2. Καταγγέλλουμε το περιστατικό στη γραμμή SOS 15900, στη γραμμή 1528 για άτομα με διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό και στις LGBT οργανώσεις οι οποίες έχουν επιφορτιστεί με τη καταγραφή των περιστατικών.
  3. Πηγαίνουμε στο νοσοκομείο ώστε να έχουμε στα χέρια μας κάποια ιατρική βεβαίωση των τραυμάτων.
  4. Ζητάμε τα στοιχεία των μαρτύρων (αν είμαστε σε θέση να το κάνουμε).

Η καταγραφή παίζει ένα πολύ σημαντικό ρόλο: α) βοηθά στην αντιμετώπιση της ομοφοβίας και της τρανσφοβίας, β) βοηθά τις LGBT οργανώσεις να προτείνουν αποτελεσματικούς τρόπους καταστολής και εξάλειψης της βίας και γ) βοηθά στην ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης.

 

* Section 28: Διάταξη του νόμου «Περί Τοπικής Αυτοδιοίκησης» του 1988 ως μέρος των ευρείας κλίμακας κοινωνικών μεταρρυθμίσεων της τότε Κυβέρνησης Μάργκαρετ Θάτσερ, όπου «απαγόρευε στις τοπικές αρχές την προβολή, προώθηση ή έκδοση υλικού για την σκοπούμενη προώθηση της ομοφυλοφιλίας ή την προβολή της ομοφυλοφιλίας ως αποδεκτής οικογενειακής σχέσης στα σχολεία». Η διάταξη αυτή ανάγκασε πολλές LGBT φοιτητικές ομάδες και οργανώσεις να διακόψουν ή να αναστείλουν τις δραστηριότητες τους. Καταργήθηκε στις 21 Ιουνίου 2000 στη Σκωτία και στις 18 Νοεμβρίου 2003 στην υπόλοιπη Αγγλία και Ουαλία με τη Διάταξη 122 (Section 122) στην αναθεώρηση του νόμου Περί Τοπικής Αυτοδιοίκησης του 2003. Το 2009 ο Πρωθυπουργός της Αγγλίας David Cameron ζήτησε δημοσίως συγγνώμη όχι μόνο γιατί το κόμμα του εισήγανε τη συγκεκριμένη διάταξη, αλλά και γιατί ο ίδιος ήταν αρχικώς αντίθετος στην κατάργηση της.