Στο Φ.Σ. έχουμε γράψει όλη την ιστορία της δίωξης και της απαλλαγής των οροθετικών γυναικών, όσο και για την κατάργηση της υγειονομικής διάταξης που ήταν και η βάση όλης αυτής της βαρβαρότητας. Δεν επαναλαμβάνουμε.

Το άρθρο που ακολουθεί το έγραψε η Χρύσα για να μοιράσει τη χαρά και τη συγκίνησή της με περισσότερους ανθρώπους, και θα λέγαμε ότι είναι μεγάλη η χαρά όταν κερδίζεις κάποιες νίκες, και οι νίκες αυτές ονομάζονται Κατερίνα ή Ράνια. Γιατί αυτή η Κατερίνα που αναφέρει το μικρό σημείωμα όσο και εδώ και πολλούς μήνες η Ράνια, είναι ένα ακόμα μεγαλύτερο όφελος: Είναι 2 από τις 27 διαπομπευμένης και φυλακισμένες οροθετικές γυναίκες που βρίσκονται σήμερα σε απεξάρτηση. Μικρό το ποσοστό, ας ελπίσουμε και σε καλύτερα.

Σίσσυ Βωβού

 

της Χρύσας Μπότση

H μελαχρινή ζωντανή κοπέλα που με υποδέχεται στην αυλή της Μονάδας Λοιμώξεων του νοσοκομείου Α.Συγγρός, λίγα μέτρα έξω από το γραφείο μου, είναι η Κατερίνα. Το βλέμμα της είναι καθαρό, το χαμόγελο γεμάτο κι ας της λείπουν κάποια από τα μπροστινά της δόντια.

Τρέχει προς το μέρος μου  με την αγκαλιά ανοιχτή. Το γέλιο της γεμίζει το χώρο, τραβά τα βλέμματα των υπολοίπων ανθρώπων, ασθενών, συγγενών που περιμένουν. Άλλοι κοιτούν με απορία, άλλοι χαμογελούν. Κάποιοι που με ξέρουν χρόνια στην πορεία του δικού τους αγώνα ενάντια στο HIV/AIDS κινούν το χέρι σε χαιρετισμό με νόημα. Καθώς η Κατερίνα μ’ αγκαλιάζει σφιχτά και τα μαλλιά της κυματίζουν μπροστά στα μάτια μου, δεν μπορώ να μη χαμογελάσω.

Την γνώρισα στις φυλακές Κορυδαλλού. Ένα πλάσμα εκδηλωτικό, ταλαιπωρημένο, έτοιμο πάντα να γελάσει. Μια χρήστρια ηρωίνης, μια από αυτές που κλήθηκαν να χρωματίσουν με τη δική τους καθημερινή πορεία  προς το θάνατο, μια προεκλογική περίοδο, να δώσουν στον τότε υπουργό Υγείας, τον Ανδρέα Λοβέρδο, ένα προβάδισμα σε ψηφοφόρους φοβισμένους, απογοητευμένους, θυμωμένους.

Η Κατερίνα μαζί με τις υπόλοιπες 38 κοπέλες, οροθετικές χρήστριες, βαφτίστηκε «υγειονομική βόμβα» για τον Έλληνα οικογενειάρχη που –γιατί θεωρείται λογικό; -κυκλοφορεί στις πιάτσες των χρηστών με το φερμουάρ του παντελονιού του κατεβασμένο, την τσέπη χωρίς προφυλακτικά και ψάχνει μια σύντομη, χωρίς υποχρεώσεις ανακούφιση.

Τα πράσινα μάτια της Κατερίνας, ήταν θολά όταν την πρωτοείδα: γεμάτα απορία, χαμένες ντάγκλες, αναζητώντας μια τζούρα από τσιγάρο και λίγο καφέ. Στις Τρίτες που η Πρωτοβουλία Αλληλεγγύης στις διωκόμενες οροθετικές επισκεπτόταν τις Γυναικείες φυλακές Κορυδαλλού, η Κατερίνα έτρεχε πάντα να μας προϋπαντήσει.

Η περιπέτεια αυτών των εξιλαστήριων θυμάτων ενός αποτυχημένου πολιτικού συστήματος, έληξε με την πανηγυρική αθώωσή τους στα δικαστήρια ένα χρόνο μετά τη σύλληψή τους. Κάποιες από αυτές τις κοπέλες τις χάσαμε τελείως. Τις περισσότερες τις είδαμε ξανά στις πιάτσες να ψάχνουν τη δόση τους με οποιοδήποτε τρόπο, για μια ακόμη φορά.

Νομίζω πως δεν θα ξεχάσω εύκολα, την έκπληξή μου όταν καιρό μετά, διαβαίνοντας αφηρημένη το διάδρομο της κλινικής, άκουσα μια γνώριμη φωνή να φωνάζει το όνομά μου. Έκπληκτη κοίταγα την Κατερίνα και τα γελαστά πρόσωπα των γονιών της. Την είχα – για να πω την αλήθεια- υποεκτιμήσει.  Δεν της τόχα! Η Κατερίνα, καθαρή, μόνη της χωρίς υποκατάστατα, ζωντανή και αισιόδοξη είχε έλθει να ξεκινήσει παρακολούθηση για την HIV λοίμωξη που της κληροδότησε ίσως η πιο άσχημη περίοδος της ζωής της. Κι εγώ που ήμουν μαζί της μαζί με την υπόλοιπη ομάδα αλληλεγγύης στις μέρες της φυλάκισής της, είμαι πια η γιατρός της.

Το κορίτσι που με υποδέχθηκε χθες, μπήκε με φόρα μαζί μου στο γραφείο μου.

«Θέλω να σου δώσω κι άλλη μια χαρά» μου είπε. Στο χέρι της κρατούσε ένα μικρό σακουλάκι. Το ‘βαλλε στο χέρι μου πάντα χαμογελώντας.

«Δεν είναι ανάγκη» είπα, αλλά αυτή επέμενε

«Δέστο» είπε. «Το ‘φτιαξε ο μπαμπάς μου».

Άνοιξα το μικρό σακουλάκι και μια λεπτή ασημένια αλυσίδα κύλησε στα χέρια μου. Νόμισα πως τα ασημένια γράμματα με μια καρδούλα στη θέση του τόνου, θα ‘γραφαν το όνομά μου. Έγραφαν όμως: “mamma”.