της Βαγγελιώς Σουμέλη*

Η δίκη των 11 διωκόμενων οροθετικών γυναικών ολοκληρώθηκε στις 16 Δεκεμβρίου 2016 με τις απολογίες των τεσσάρων γυναικών που παρίσταντο και τις αγορεύσεις των συνηγόρων υπεράσπισης.

Το δικαστήριο έκρινε όλες τις γυναίκες αθώες και διέταξε την κατάργηση της υπ. αριθμόν 23/2012 Διάταξης περί δημοσιοποίησης απλών και ευαίσθητων προσωπικών στοιχείων.

Αν έγραφα αυτό το άρθρο αμέσως μετά το τέλος της δίκης, θα στεκόμουνα στο κλίμα που επικράτησε στην αίθουσα 3 του κτιρίου 13 της Ευελπίδων τη στιγμή που αναγνώστηκε η αθωωτική απόφαση. Στα δάκρυα χαράς και ανακούφισης των γυναικών και των οικείων τους, στο αυθόρμητο, ζεστό και ειλικρινές χειροκρότημα του ακροατηρίου, στην εικόνα των τεσσάρων γυναικών στο προαύλιο του δικαστηρίου με τα χέρια ενωμένα σε ένδειξη αλληλεγγύης.

Το γράφω όμως 24 ώρες μετά, ίσως και λίγο παραπάνω. Γράφω αηδιασμένη από την ανάγνωση σχετικού δημοσιεύματος του skai.gr και της φωτογραφίας** που το συνοδεύει. Ένα δημοσίευμα που όχι απλά αντιβαίνει στο πνεύμα και το περιεχόμενο της απόφασης του δικαστηρίου αλλά στην πράξη το ακυρώνει.

Και αναρωτιέμαι. Η κ. Μάνδρου Ιωάννα που υπογράφει το κείμενο βρισκόταν χθες στην αίθουσα του δικαστηρίου. Αν ναι, τι ακριβώς κατάλαβε και αποκόμισε από την όλη διαδικασία; Άκουσε τις τοποθετήσεις των συνηγόρων υπεράσπισης; Κατανόησε το περιεχόμενο της θέσης του εισαγ-γελέα και της έδρας; και το βασικότερο άκουσε τις απολογίες των τεσσάρων γυναικών;

Τέσσερις συγκλονιστικές μαρτυρίες, αφηγήματα της ίδιας ιστορίας. Η ίδια ιστορία ειπωμένη απλά με τρόπο διαφορετικό, με περισσότερο δισταγμό ή τσαμπουκά, με περισσότερη συστολή ή ακόμη και ντροπή. Τέσσερις γυναίκες, τέσσερις διαφορετικές οπτικές του ίδιου έργου, μεταφέροντας τα ίδια άσχημα νέα. 32 γυναίκες σύρθηκαν και διώχθηκαν παράνομα, διαπομπεύθηκαν και εξευτελίστηκαν ενάντια σε κάθε αρχή του κράτους δικαίου και υπέστησαν ανεπανόρθωτη βλάβη.

Όλες οι γυναίκες έκλεισαν την απολογία τους ζητώντας ρητά την απόσυρση των φωτογραφιών και των λοιπών προσωπικών τους δεδομένων από το διαδίκτυο. Ζήτησαν το ελάχιστο, προκειμένου να μπορέσουν να κάνουν ένα βήμα μπροστά.

Πιστεύω ότι κανείς και καμία δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι η βλάβη που υπέστησαν αυτές οι γυναίκες είναι ανεπανόρθωτη. Κανείς και καμία δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι ωφελήθηκαν έστω και λίγο.

Η συνήγορος υπεράσπισης Ελένη Σπαθανά, εύστοχα θύμισε ότι οι παράνομες πράξεις που συντελέστηκαν σε βάρος των 32 γυναικών τον Απρίλιο του 2012 (παράνομη προσαγωγή, παράνομη και εξαναγκαστική λήψη αίματος, παράνομη σύλληψη και προφυλάκιση) αποτελούν παράνομες πράξεις λόγω γένους και συντελέστηκαν στη βάση πολλαπλών αντιφατικών, ανυπόστατων εικασιών και κατηγοριών. Είναι αξιοσημείωτο να αναφερθεί ότι με βάση το διεθνές δίκαιο, αν αυτές οι γυναίκες αποφάσιζαν να προσφύγουν σε κάποια άλλη χώρα ζητώντας άσυλο για παράνομη δίωξη, το αίτημά τους θα γινόταν δεκτό.

Στο βαθμό λοιπόν που η βλάβη που υπέστησαν οι γυναίκες αυτές είναι ανεπανόρθωτη, η θετική έκβαση της δίκης αφορά πρωτίστως την ελάχιστη, την καταρχήν δικαίωσή τους απέναντι στις ανυπόστατες και παράνομες κατηγορίες που εκκρεμούσαν σε βάρος τους από τον Απρίλιο του 2012 και αφορούσαν το κατηγορητήριο της “απόπειρας βαριάς σωματικής βλάβης κατά συρροή”.

Δευτερευόντως, το δικαστήριο, ανταποκρινόμενο σε σχετικό αίτημα των συνηγόρων υπεράσπισης, διέταξε την ανάκληση της διάταξης περί δημοσιοποίησης προσωπικών δεδομένων. Με την απόφαση αυτή, ανοίγει επιτέλους ο δρόμος για την ουσιαστική αποκατάσταση και αποτελεσματική προστασία των γυναικών, έστω και σε τόσο ύστερο στάδιο, σε σχέση με την άρση της αναπαραγωγής των πληροφοριών προσωπικών δεδομένων τους από όλα τα μέσα ενημέρωσης.

Για όσους και όσες θέλουν να φαντάζονται έναν διαφορετικό κόσμο, η απόφαση του δικαστηρίου της 16ης Δεκεμβρίου 2016 δεν είναι απλώς μια κρίση απαλλαγής. Αποτελεί μία πρώτη προσπάθεια αποκατάστασης του κράτους δικαίου, σε σχέση με τη σωρεία παραβιάσεων που έγιναν από όλα τα αρμόδια θεσμικά όργανα, συμπεριλαμβανομένης και της δικαστικής εξουσίας.

Σε αυτόν τον διαφορετικό κόσμο, κάποιοι και κάποιες θα είχαν είτε παραιτηθεί είτε καθαιρεθεί από τις θέσεις τους, θα είχαν  οδηγηθεί στη δικαιοσύνη. Θα ντρεπόντουσαν έστω και λίγο, θα ζητούσαν δημόσια συγνώμη.

Σε αυτόν τον διαφορετικό κόσμο ο “άλλος”, ο διαφορετικός από μένα, ο αθέατος, ο ευάλωτος θα ήταν το μοναδικό πλάσμα στον κόσμο που θα επιθυμούσα να αγαπήσω.

 

*φωτογραφία που απεικόνιζε τα ήδη αθωωθέντα άτομα και η οποία αντικαταστάθηκε από το skai.gr μετά από παρέμβαση της ομάδας δικηγόρων (εδώ)

*μέλος της Πρωτοβουλίας Αλληλεγγύης Διωκόμενων Οροθετικών Γυναικών