pourqui

Γράμμα της Judith Butler, Παρίσι, Σάββατο 14 Νοεμβρίου

Είμαι στο Παρίσι και την Παρασκευή πέρασα κοντά από το μέρος που έγιναν οι επιθέσεις στη λεωφόρο Beaumarchais. Γευμάτιζα σε απόσταση δέκα λεπτών από έναν άλλο στόχο. Όλοι οι γνωστοί μου είναι ασφαλείς, αλλά πολλοί άνθρωποι, άγνωστοι σε μένα, είναι νεκροί ή τραυματισμένοι ή πενθούν. Είναι σοκαριστικό και τρομερό. Σήμερα το απόγευμα οι δρόμοι ήταν γεμάτοι με κόσμο, αλλά το βράδυ άδειασαν. Το πρωί δεν κινούταν τίποτα.

Από τις συζητήσεις στη δημόσια τηλεόραση αμέσως μετά τα γεγονότα είναι φανερό ότι το «καθεστώς έκτακτης ανάγκης», αν και προσωρινό, δίνει τον τόνο για ένα κράτος αυξημένης ασφάλειας. Τα θέματα που συζητήθηκαν στην τηλεόραση περιλάμβαναν τη στρατιωτικοποίηση της αστυνομίας (πώς να «ολοκληρωθεί» αυτή η διαδικασία), το χώρο ελευθερίας και την πάλη ενάντια στο «Ισλάμ» -μια οντότητα αδιευκρίνιστης μορφής. Ο Ολάντ προσπάθησε να φανεί αρρενωπός καθώς κήρυττε τον πόλεμο, αλλά καθώς κυριάρχησε η μιμητική σκοπιά της επιτέλεσης κανείς δεν μπορούσε να τον πάρει στα σοβαρά.

Κι όμως, παρά τη γελοιότητα, είναι τώρα και επικεφαλής του στρατού. Ο διαχωρισμός κράτους/στρατού χάνεται στη σκιά του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης. Ο κόσμος θέλει να βλέπει την αστυνομία και μάλιστα θέλει μια στρατιωτικοποιημένη αστυνομία να τον προστατεύει. Μια επικίνδυνη, αν όχι ακατανόητη, επιθυμία. Οι θετικές πτυχές των ειδικών εξουσιών που χορηγήθηκαν στο καθεστώς έκτακτης ανάγκης περιλαμβάνουν δωρεάν μετακινήσεις με ταξί στα σπίτια τους χθες βράδυ και το άνοιγμα των νοσοκομείων σε όλους τους πληγέντες, κάτι που επίσης γίνεται ελκυστικό.  Δεν υπάρχει απαγόρευση κυκλοφορίας, αλλά οι δημόσιες υπηρεσίες δεν λειτουργούν και δεν επιτρέπονται οι διαδηλώσεις. Ακόμη και οι «rassemblements», συγκεντρώσεις μνήμης των νεκρών, ήταν τυπικά παράνομες. Πήγα σε μια εξ αυτών στην Place de la Republique, όπου η αστυνομία καλούσε τον κόσμο να διαλυθεί, κάλεσμα στο οποίο μόνο κάποιοι λίγοι ανταποκρίθηκαν. Για μένα αυτή ήταν μια σύντομη στιγμή ελπίδας.

Όσοι σχολιαστές προσπαθούν να διαχωρίσουν τις μουσουλμανικές κοινότητες από πολιτικές πεποιθήσεις κατηγορούνται πως αναλώνονται σε λεπτομέρειες. Απ’ ότι φαίνεται ο εχθρός πρέπει να είναι ενιαίος και μοναδικός προκειμένου να ηττηθεί και η διαφορά μεταξύ μουσουλμάνων, τζιχαντιστών και ISIL στη δημόσια συζήτηση γίνεται ολοένα πιο δυσδιάκριτη. Οι ειδήμονες δεν αμφέβαλαν ως προς την ταυτότητα του εχθρού, ακόμη και πριν αναλάβει την ευθύνη των επιθέσεων ο ISIS.

Μου φάνηκε ενδιαφέρον το γεγονός ότι ο Ολάντ ανακοίνωσε τριήμερο πένθος ενώ αύξανε τα μέτρα ασφαλείας – μια άλλη ανάγνωση του βιβλίου της Gillian Rose Το πένθος γίνεται νόμος. Πενθούμε ή υποτασσόμαστε σε ένα ολοένα αυξανόμενο στρατιωτικοποιημένο κράτος όπου η δημοκρατία έχει καταλυθεί; Πως το δεύτερο λειτουργεί καλύτερα όταν πλασάρεται ως το πρώτο; Οι μέρες δημόσιου πένθους είναι τρεις, αλλά το κράτος έκτακτης ανάγκης μπορεί να διαρκέσει έως δώδεκα μέρες πριν απαιτηθεί έγκριση της εθνοσυνέλευσης.

Επιπλέον, όμως, το κράτος ξεκαθαρίζει ότι τώρα πρέπει να περιορίσει τις ελευθερίες προκειμένου να υπερασπιστεί την ελευθερία – ένα παράδοξο που δεν ενοχλεί τους τηλεοπτικούς ειδήμονες. Ναι, οι επιθέσεις ξεκάθαρα στόχευαν συμβολικές σκηνές της καθημερινής ελευθερίας στη Γαλλία: την καφετέρια, τη ροκ συναυλία, το γήπεδο ποδοσφαίρου. Στο συναυλιακό χώρο υπήρξε κατά τα φαινόμενα μια υβριστική ομιλία από έναν από τους δράστες που διέπραξε τις 89 βάναυσες δολοφονίες, που επίρριπτε ευθύνες στη Γαλλία γιατί δεν παρενέβη στη Συρία (ενάντια στο καθεστώς του Άσαντ) και τη Δύση για την παρέμβασή της στο Ιράκ (ενάντια στο καθεστώς Μπάαθ). Οπότε, δεν αποτελεί θέση, αν μπορούμε να το αποκαλέσουμε έτσι, κατά της δυτικής επέμβασης καθαυτής.

Υπάρχει επίσης μια πολιτική ονομάτων: ISIS, ISIL, Daesh. Η Γαλλία δεν μιλάει για «Ισλαμικό Κράτος» δεδομένου ότι έτσι θα αναγνώριζε την κρατική οντότητα. Προτιμούν επισης να κρατήσουν τον όρο «Daesh», ως αραβική λέξη που δεν θα περάσει στο γαλλικό λεξιλόγιο. Εν τω μεταξύ αυτή η οργάνωση ανέλαβε την ευθύνη για τις δολοφονίες, ως αντίποινα για το σύνολο των αεροπορικών βομβαρδισμών που έχουν σκοτώσει μουσουλμάνους στο έδαφος του χαλιφάτου. Η επιλογή της ροκ συναυλίας ως στόχου – στην πραγματικότητα ενός τόπου εκτελέσεων – δόθηκε ως εξήγηση: φιλοξενούσε την «ειδωλολατρία» και «ένα φεστιβάλ διαστροφής». Αναρωτιέμαι πως και επέλεξαν τον όρο «διαστροφή». Ακούγεται σαν να βρίσκονται έξω από τα νερά τους.

Οι υποψήφιοι των προεδρικών εκλογών έχουν ήδη αρχίσει να παρεμβαίνουν: ο Σαρκοζί προτείνει τώρα στρατόπεδα κράτησης, εξηγώντας ότι είναι απαραίτητο να συλλαμβάνονται όσοι είναι ύποπτοι για δεσμούς με τζιχαντιστές. Και η Λε Πεν υποστηρίζει την «απέλαση», έχοντας πρόσφατα αποκαλέσει τους νέους μετανάστες «βακτήρια». Το γεγονός ότι ένας από τους δολοφόνους συριακής καταγωγής μπήκε προφανώς στη Γαλλία από την Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει λόγο ώστε η Γαλλία να εδραιώσει τον εθνικιστικό της πόλεμο ενάντια στους μετανάστες*.

Πάω στοίχημα ότι θα είναι σημαντικό τις επόμενες ημέρες και βδομάδες να παρακολουθήσουμε τη συζήτηση για την ελευθερία και ότι θα έχει επιπτώσεις στο κράτος ασφαλείας και στις συρρικνωμένες εκδοχές της δημοκρατίας. Μια εκδοχή της ελευθερίας δέχεται επίθεση από τον εχθρό, μια άλλη περιορίζεται από το κράτος. Το κράτος υπερασπίζεται την εκδοχή της ελευθερίας που δέχτηκε επίθεση ως την ίδια τη ψυχή της Γαλλίας και όμως αναστέλλει την ελευθερία του συνέρχεσθαι («το δικαίωμα στη διαδήλωση») εν μέσω πένθους και προετοιμάζεται για μια ακόμη πιο ενδελεχή στρατιωτικοποίηση της αστυνομίας. Το πολιτικό ζήτημα φαίνεται να είναι το ποια εκδοχή της δεξιάς θα επικρατήσει στις επερχόμενες εκλογές. Και ποιά θεωρείται επιτρεπόμενη δεξιά όταν η Λε Πεν μετατρέπεται σε «κέντρο». Φρικιαστικοί, λυπηροί και τρομακτικοί καιροί, αλλά ας ελπίσουμε ότι μπορούμε ακόμα να σκεφτόμαστε και να μιλάμε και να ενεργούμε εν μέσω αυτής της κατάστασης.

Το πένθος φαίνεται να περιορίζεται πλήρως μέσα στο εθνικό πλαίσιο. Οι σχεδόν 50 νεκροί στη Βηρυτό την προηγούμενη ημέρα ελάχιστα αναφέρθηκαν, όπως και οι 111 στην Παλαιστίνη που σκοτώθηκαν μόλις κατά τις τελευταίες εβδομάδες ή οι επιθέσεις στην Άγκυρα. Οι περισσότεροι άνθρωποι που γνωρίζω λένε ότι βρίσκονται «σε αδιέξοδο», δεν είναι σε θέση να σκεφτούν νηφάλια την κατάσταση. Ένας τρόπος για να το σκεφτούμε όλο αυτό είναι να επινοήσουμε μια αντίληψη εγκάρσιας θλίψης, να αναλογιστούμε την προσωδία των αξιοθρήνητων ζωών, για ποιο λόγο η καφετέρια ως στόχος κάνει την καρδιά μου να πιάνεται με τρόπους που άλλοι στόχοι δεν μπορούν. Φαίνεται ότι ο φόβος και η οργή μπορούν κάλλιστα να μετατραπούν σε έναν σφιχτό εναγκαλισμό ενός αστυνομικού κράτους. Υποθέτω ότι αυτός είναι ο λόγος που προτιμώ εκείνους που βρίσκονται σε αδιέξοδο. Αυτό σημαίνει ότι θα υπάρξει κάποιος χρόνος για αναστοχασμό. Είναι δύσκολο να σκεφτεί κανείς καθαρά, όταν βρίσκεται σε κατάσταση σοκ. Απαιτεί χρόνο και εκείνους που είναι πρόθυμοι να τον πάρουν μαζί σου – κάτι που είναι πιθανό να συμβεί σε μια παράνομη «rassemblement».

Judith

Πηγή: verso

μετάφραση: φύλο συκής

 

Σημείωση των μεταφραστριών:

* Το κείμενο γράφτηκε με βάση τις αρχικές λανθασμένες πληροφορίες που διέρρευσαν στον τύπο. Είναι πλέον εξακριβωμένο ότι οι δράστες είχαν γαλλικά και βέλγικα διαβατήρια.